Η Ευρώπη δεν καταφέρνει να διαγνώσει και να θεραπεύσει έγκαιρα τον ιό HIV, με πάνω από το ήμισυ (54%) όλων των διαγνώσεων το 2024 να γίνονται πολύ αργά και έτσι να μην μπορεί να επιτευχθεί η βέλτιστη θεραπεία.
Νέα στοιχεία που δημοσιεύθηκαν σήμερα από το Ευρωπαϊκό Κέντρο Πρόληψης και Ελέγχου Νόσων (ECDC) και το Περιφερειακό Γραφείο της ΠΟΥ για την Ευρώπη προειδοποιούν ότι αυτή η κρίσιμη αποτυχία στη διενέργεια εξετάσεων, σε συνδυασμό με τον αυξανόμενο αριθμό μη διαγνωσμένων περιπτώσεων, θέτει σε σοβαρό κίνδυνο τον στόχο για το 2030 να τερματιστεί το AIDS ως απειλή για τη δημόσια υγεία.
Σύμφωνα με την ετήσια έκθεση επιτήρησης του HIV/AIDS, το 2024 διαγνώστηκαν 105 922 περιπτώσεις HIV στην Ευρωπαϊκή Περιφέρεια του ΠΟΥ, η οποία καλύπτει 53 χώρες στην Ευρώπη και την Κεντρική Ασία. Ενώ τα συνολικά αναφερόμενα αριθμητικά στοιχεία δείχνουν μια ελαφρά μείωση σε σύγκριση με το 2023, τα διαθέσιμα δεδομένα υποδηλώνουν ότι εξακολουθούν να υπάρχουν κενά στον έλεγχο και τη διάγνωση. Το υψηλό ποσοστό καθυστερημένων διαγνώσεων σημαίνει ότι πολλά άτομα δεν έχουν πρόσβαση σε αντιρετροϊκή θεραπεία και υγειονομική περίθαλψη που μπορεί να σώσει τη ζωή τους αρκετά νωρίς, γεγονός που αυξάνει τον κίνδυνο εμφάνισης AIDS, τον κίνδυνο θανάτου και την περαιτέρω μετάδοση του HIV.
Στην Ευρωπαϊκή Ένωση και στον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο (ΕΕ/ΕΟΧ) αναφέρθηκαν 24 164 διαγνώσεις HIV, που αντιστοιχούν σε ποσοστό 5,3 ανά 100 000 άτομα. Τα βασικά ευρήματα από τα στοιχεία του 2024 δείχνουν ότι το 48 % των διαγνώσεων HIV στην ΕΕ/ΕΟΧ είναι καθυστερημένες. Οι σεξουαλικές σχέσεις μεταξύ ανδρών παραμένουν ο πιο κοινός τρόπος μετάδοσης στην ΕΕ/ΕΟΧ (48 %), αλλά οι διαγνώσεις που αποδίδονται σε ετεροφυλόφιλη μετάδοση αυξάνονται, αντιπροσωπεύοντας σχεδόν το 46 % των διαγνώσεων HIV που αναφέρθηκαν.
Συγκεκριμένα, στην Ελλάδα η ετεροφυλόφιλη μετάδοση είναι πάνω από το μέσο όρο της Ευρώπης με τη χώρα μας να φιγουράρει δέκατη στη λίστα με όλα τα κράτη.
Η Δρ Pamela Rendi-Wagner, διευθύντρια του ECDC, δήλωσε: «Στην ΕΕ/ΕΟΧ, σχεδόν οι μισές διαγνώσεις γίνονται καθυστερημένα. Πρέπει να επικαιροποιήσουμε επειγόντως τις στρατηγικές μας για τη διενέργεια εξετάσεων, να υιοθετήσουμε τις εξετάσεις σε επίπεδο κοινότητας και τις αυτοεξετάσεις και να εξασφαλίσουμε την ταχεία σύνδεση με την περίθαλψη. Μπορούμε να εξαλείψουμε το AIDS μόνο αν οι άνθρωποι γνωρίζουν την κατάστασή τους.»
Σε ολόκληρη την ευρωπαϊκή περιφέρεια του ΠΟΥ, το 54 % των διαγνώσεων ήταν καθυστερημένες, με το υψηλότερο ποσοστό να παρατηρείται μεταξύ των ατόμων που μολύνθηκαν μέσω ετεροφυλόφιλης μετάδοσης (ιδίως ανδρών) και των ατόμων που κάνουν χρήση ενδοφλέβιων ναρκωτικών. Σχεδόν μία στις τρεις διαγνώσεις HIV το 2024 αφορούσε άτομα που είχαν γεννηθεί εκτός της χώρας όπου διαγνώστηκαν. Στην ΕΕ/ΕΟΧ, οι μετανάστες αντιπροσώπευαν περισσότερο από το ήμισυ των νέων διαγνώσεων, υπογραμμίζοντας την ανάγκη για εξατομικευμένες, προσβάσιμες και πολιτισμικά κατάλληλες υπηρεσίες πρόληψης και διαγνωστικών εξετάσεων.
Ο Δρ Hans Henri P. Kluge, Περιφερειακός Διευθυντής του ΠΟΥ για την Ευρώπη, δήλωσε: «Τα δεδομένα μας παρουσιάζουν μια μικτή εικόνα. Από το 2020, οι διαγνώσεις HIV σε ολόκληρη την ευρωπαϊκή περιοχή έχουν ανακάμψει, με αποτέλεσμα τον αυξημένο αριθμό αναφερόμενων διαγνώσεων και την αντίστοιχη αύξηση των διαγνώσεων HIV σε 11 χώρες το 2024. Μόνο το 2024, 105.922 άτομα διαγνώστηκαν με HIV, με συνολικά 2,68 εκατομμύρια διαγνώσεις να έχουν αναφερθεί από τη δεκαετία του 1980. Ωστόσο, ο αριθμός των ατόμων που ζουν με μη διαγνωσμένο HIV αυξάνεται, μια σιωπηλή κρίση που τροφοδοτεί τη μετάδοση. Δεν κάνουμε αρκετά για να εξαλείψουμε τα θανατηφόρα εμπόδια του στιγματισμού και των διακρίσεων που εμποδίζουν τα άτομα να υποβληθούν σε ένα απλό τεστ. Η έγκαιρη διάγνωση δεν είναι προνόμιο, αλλά η πύλη προς μια μακρά, υγιή ζωή και το κλειδί για την ανάσχεση του HIV».
Το ECDC και ο ΠΟΥ/Ευρώπη ζητούν την ανάληψη επείγουσας δράσης για τη ρουτίνα, την ομαλοποίηση και την επέκταση των εξετάσεων, συμπεριλαμβανομένης της ευρύτερης πρόσβασης σε αυτοδιαγνωστικές εξετάσεις και επιλογές με βάση την κοινότητα, οι οποίες μπορούν να φτάσουν σε άτομα που δεν έχουν πρόσβαση σε υπηρεσίες υγειονομικής περίθαλψης σε εγκαταστάσεις. Ο στόχος για το 2030 να τερματιστεί το AIDS ως απειλή για τη δημόσια υγεία είναι εφικτός, αλλά μόνο αν η ευρωπαϊκή περιοχή δράσει τώρα για να εξαλείψει το χάσμα στις εξετάσεις.





