Οι έφηβοι που υποφέρουν από μέτριους ή σοβαρούς πόνους κατά την έμμηνο ρύση είναι πολύ πιο πιθανό να αναπτύξουν χρόνιο πόνο ως ενήλικες.
Οι ερευνητές στην σχετική δημοσίευση που έκαναν στο επιστημονικό περιοδικό Lancet υπογραμμίζουν ότι τα ευρήματα αυτά πρέπει να λειτουργήσουν ως προειδοποιητικό σήμα για τη βελτίωση της εκπαίδευσης σχετικά με την έμμηνο ρύση, τη μείωση του στιγματισμού και τη διασφάλιση της έγκαιρης πρόσβασης των νέων σε αποτελεσματική υποστήριξη και θεραπεία.
Ακαδημαϊκοί του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης ανέλυσαν δεδομένα από περισσότερους από 1.100 συμμετέχοντες στην Διαχρονική Μελέτη της Avon για Γονείς και Παιδιά και διαπίστωσαν ότι, σε σύγκριση με τις γυναίκες που δεν είχαν επώδυνες περιόδους, εκείνες που είχαν έντονους πόνους κατά την έμμηνο ρύση (δυσμηνόρροια) στην ηλικία των 15 ετών είχαν 76% υψηλότερο κίνδυνο να εμφανίσουν χρόνιο πόνο στην ηλικία των 26 ετών, ενώ εκείνες που είχαν μέτριους πόνους κατά την έμμηνο ρύση είχαν 65% περισσότερες πιθανότητες να εμφανίσουν χρόνιο πόνο ως ενήλικες.
Ενώ προηγούμενες έρευνες έχουν επικεντρωθεί στον πυελικό πόνο, οι συγγραφείς αναφέρουν ότι η παρούσα μελέτη είναι η πρώτη που αποκαλύπτει τη σχέση μεταξύ των εφηβικών πόνων της περιόδου και του χρόνιου πόνου σε άλλα μέρη του σώματος.
Ο μέτριος έως σοβαρός πόνος κατά την έμμηνο ρύση συσχετίστηκε έντονα με τον κίνδυνο εμφάνισης χρόνιου πόνου στην κάτω πλάτη και την κοιλιά. Ωστόσο, τα ευρήματα αποκάλυψαν επίσης ότι, σε σύγκριση με όσες δεν είχαν δυσμηνόρροια, οι έφηβες με σοβαρό πόνο κατά την έμμηνο ρύση είχαν περισσότερες από διπλάσιες πιθανότητες να εμφανίσουν χρόνιους πονοκεφάλους ή χρόνιο πόνο στα γόνατα, τους καρπούς, τα χέρια, τα πόδια ή τους αστραγάλους στην ενήλικη ζωή, και είχαν 81% και 78% περισσότερες πιθανότητες να εμφανίσουν πόνο στους γοφούς και στην άνω πλάτη, αντίστοιχα.
Αν και το άγχος και η κατάθλιψη μπορεί να παίζουν ρόλο στην εμφάνιση χρόνιου πόνου στην ενήλικη ζωή, η μελέτη διαπίστωσε ότι αυτό ήταν μόνο ένας δευτερεύων παράγοντας.
Οι ερευνητές πιστεύουν ότι η μεγαλύτερη «νευροπλαστικότητα» κατά την εφηβεία μπορεί να κάνει τον εφηβικό εγκέφαλο πιο ευαίσθητο σε επαναλαμβανόμενα σήματα πόνου, κάτι που μπορεί να αλλάξει τον τρόπο με τον οποίο επεξεργάζεται τον πόνο.
Η Δρ Rachel Reid-McCann, επικεφαλής ερευνήτρια στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης, δήλωσε: «Είναι πιθανό η εμπειρία μέτριου ή σοβαρού πόνου κατά την περίοδο να μπορεί να αλλάξει τη δομή του εγκεφάλου και τον τρόπο με τον οποίο λειτουργεί σε απόκριση σε επώδυνα ερεθίσματα, καθιστώντας τον χρόνιο πόνο πιο πιθανό στο μέλλον.»
Η Katy Vincent, καθηγήτρια γυναικολογικού πόνου στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης και κύρια συγγραφέας της μελέτης, δήλωσε: «Γνωρίζουμε εδώ και πολύ καιρό ότι ο πόνος κατά την περίοδο μπορεί πραγματικά να διαταράξει τη ζωή των νέων, επηρεάζοντας την κοινωνική τους ανάπτυξη, την εκπαίδευση και την ψυχική τους υγεία.
Ωστόσο, γνωρίζουμε ότι οι περισσότεροι νέοι δεν ζητούν βοήθεια για τον πόνο της περιόδου και όσοι το κάνουν μπορεί να αγνοηθούν, να υποτιμηθούν ή να τους πουν ότι είναι φυσιολογικό. Αυτή η μελέτη δείχνει ότι ο πόνος της περιόδου στην εφηβεία μπορεί επίσης να επηρεάσει τη μελλοντική σωματική υγεία».