Θαυματουργά φάρμακα, θεραπείες για την παχυσαρκία, ενέσεις αδυνατίσματος. Όποια και αν είναι η ονομασία που επιλέγει ο καθένας για τα GLP-1, λίγα φάρμακα έχουν επηρεάσει τόσο πολύ την περιφέρεια της μέσης των ανθρώπων αλλά και πολλούς τομείς της κοινωνίας από τη Wall Street μέχρι και την…αεροπλοϊα!
Οι ανταγωνιστές του υποδοχέα γλυκαγόνης-1 (GLP-1) είναι μια κατηγορία φαρμάκων που χρησιμοποιούνται για τη θεραπεία του διαβήτη τύπου 2 και της παχυσαρκίας, μιμούμενα τις ορμόνες που παράγονται στο έντερο για να καταστέλλουν την όρεξη και να ρυθμίζουν το σάκχαρο του αίματος.
Από τότε που το πρώτο τέτοιο σκεύασμα έλαβε για πρώτη φορά την έγκριση των ΗΠΑ για τη θεραπεία της παχυσαρκίας το 2021, τα φάρμακα έχουν μπει στο… Hall of Fame της φαρμακοβιομηχανίας, προσφέροντας πολυπόθητες λύσεις σε δεκάδες εκατομμύρια ασθενείς και ενισχύοντας την ανάπτυξη κολοσσών όπως η Novo Nordisk και Eli Lilly.
Η Wall Street ποντάρει σε μεγάλο βαθμό στην αναπτυσσόμενη βιομηχανία, με εκτιμήσεις που δείχνουν ότι θα μπορούσε να αξίζει πάνω από 100 δισεκατομμύρια δολάρια έως το 2030.
Η Goldman Sachs εκτιμά ότι τα GLP-1 θα μπορούσαν να αυξήσουν το ακαθάριστο εγχώριο προϊόν (ΑΕΠ) των ΗΠΑ κατά 0,4% μέσω της αύξησης της παραγωγικότητας και της εξοικονόμησης πόρων στον τομέα της υγειονομικής περίθαλψης, λαμβάνοντας υπόψιν το σενάριο των 30 εκατομμυρίων χρηστών, όπως αυτό προβλέπεται από έκθεση του 2024. Σύμφωνα με έκθεση της μη κερδοσκοπικής οργάνωσης Fair Health του Μαΐου 2025, περίπου 2% των ενηλίκων στις ΗΠΑ — περίπου 5 εκατομμύρια άτομα — λάμβαναν GLP-1.
«Η κακή υγεία επιφέρει σημαντικά οικονομικά κόστη, τα οποία θα μειωθούν αν βελτιωθούν τα αποτελέσματα στον τομέα της υγείας», έγραψαν οι αναλυτές της Goldman Sachs στην έκθεσή τους. «Ακαδημαϊκές μελέτες διαπιστώνουν ότι τα παχύσαρκα άτομα είναι λιγότερο πιθανό να εργαστούν... και λιγότερο παραγωγικά όταν εργάζονται».
Εν τω μεταξύ, στη Δανία, η κεφαλαιοποίηση της Novo Nordisk, που παράγει ένα γνωστό τέτοιο φάρμακο, ξεπέρασε το συνολικό ΑΕΠ της χώρας το 2024, και η μεγάλη και αναπτυσσόμενη βιομηχανία φαρμάκων για την απώλεια βάρους συνεχίζει να έχει τεράστια συμβολή στην οικονομία.
Ως εκ τούτου, το αναμενόμενο δυναμικό των GLP-1 — τόσο στη θεραπεία της παχυσαρκίας και του διαβήτη όσο και σε άλλες παθήσεις — θεωρείται ότι θα πυροδοτήσει μια νέα εποχή καινοτομίας στον τομέα των φαρμάκων, με βαθύ αντίκτυπο τόσο για τη μελλοντική ανάπτυξη φαρμάκων όσο και για τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας.
Φαρμακευτικοί γίγαντες, όπως οι AstraZeneca, Pfizer, Roche και Zealand Pharma, ήδη αναπτύσσουν ανταγωνιστικές θεραπείες για την παχυσαρκία, ενώ πολλοί άλλοι επεκτείνονται στην έρευνα και την ανάπτυξη μεταβολικών και καρδιομεταβολικών ασθενειών, με την παχυσαρκία ως σημείο αναφοράς.
Αλλαγή των διατροφικών συνηθειών
Η ευρεία χρήση φαρμάκων για την απώλεια βάρους φαίνεται επίσης να έχει σημαντικές επιπτώσεις στα καταναλωτικά πρότυπα.
Δεν αποτελεί έκπληξη το γεγονός ότι η πιο ορατή επίδραση αυτού του φαινομένου είναι προς το παρόν στον κλάδο των τροφίμων και των ποτών. Μια μελέτη του Πανεπιστημίου Cornell του 2024 διαπίστωσε ότι τα νοικοκυριά με τουλάχιστον έναν χρήστη GLP-1 μείωσαν τις δαπάνες τους για είδη διατροφής κατά 5,3% εντός έξι μηνών από την έναρξη λήψης του φαρμάκου, με το ποσοστό αυτό να αυξάνεται σε 8,2% στα νοικοκυριά με υψηλότερα εισοδήματα.
Όσοι συνέχισαν να λαμβάνουν τα φάρμακα για έξι έως 12 μήνες συνέχισαν να μειώνουν τις δαπάνες τους, αν και με λιγότερο δραματικούς ρυθμούς, σύμφωνα με τα επικαιροποιημένα ευρήματα του Αυγούστου 2025. Εν τω μεταξύ, όσοι διέκοψαν τη φαρμακευτική αγωγή επέστρεψαν στα επίπεδα δαπανών που είχαν πριν από την υιοθέτηση της αγωγής — και, σε ορισμένες περιπτώσεις, τα ξεπέρασαν.
Τα επεξεργασμένα σνακ, όπως τα πατατάκια, τα μπισκότα και τα αρτοσκευάσματα, σημείωσαν τις μεγαλύτερες μειώσεις στις δαπάνες, αν και μειώσεις παρατηρήθηκαν και σε πολλές βασικές κατηγορίες. Μόνο μικρές αυξήσεις καταγράφηκαν σε πιο υγιεινά προϊόντα, όπως το γιαούρτι και τα φρέσκα φρούτα.
Αυτό θα μπορούσε να έχει σημαντικές επιπτώσεις για τις εταιρείες ταχέως κινούμενων καταναλωτικών αγαθών (FMCG), καθώς και για τους παραγωγούς τροφίμων γενικότερα. Πράγματι, ορισμένες εταιρείες, όπως η Nestle και η Danone, έχουν ήδη αρχίσει να λανσάρουν νέες σειρές προϊόντων για να διαφοροποιήσουν τη βάση των προϊόντων τους και να ανταποκριθούν στις μεταβαλλόμενες τάσεις. Αυτά περιλαμβάνουν γεύματα υψηλής περιεκτικότητας σε πρωτεΐνες, μικρότερες μερίδες και τρόφιμα που στοχεύουν στην διατήρηση των μυών.
Ξαλάφρωσαν μέχρι και τα κόστη καυσίμων για τις αεροπορικές!
Ο αντίκτυπος των φαρμάκων θα μπορούσε να ξεπεράσει ωστόσο κατά πολύ τη βιομηχανία τροφίμων Τα GLP-1 ελέγχουν την όρεξη στοχεύοντας τον μηχανισμό ανταμοιβής του εγκεφάλου, και συγκεκριμένα την απελευθέρωση ντοπαμίνης στο τμήμα του εγκεφάλου που συνδέεται με την κινητοποίηση, την ευχαρίστηση και την ανταμοιβή. Ως εκ τούτου, οι πρώτες μελέτες δείχνουν εφαρμογές του φαρμάκου στη θεραπεία των εξαρτήσεων, όπως για παράδειγμα αυτών στο αλκοόλ και το κάπνισμα.
Αν και η μελέτη του Cornell δεν σημείωσε «σημαντική» αλλαγή στις αγορές αλκοόλ μεταξύ των χρηστών GLP-1, ο γίγαντας των αλκοολούχων ποτών και κατασκευαστής του Johnnie Walker, Diageo, δήλωσε νωρίτερα αυτό το μήνα ότι «παρακολουθεί στενά» τα GLP-1. Και αυτός ανέφερε ωστόσο ότι η επίδραση μέχρι στιγμής «δεν είναι σημαντική».
Αλλού, οι επιπτώσεις σε άλλους τομείς φαίνονται εκτεταμένες. Αναλυτές έχουν προβλέψει αλλαγές στις λιανικές δαπάνες — συμπεριλαμβανομένης της αύξησης των πωλήσεων αθλητικών ενδυμάτων λόγω της μείωσης της ζήτησης για ρούχα μεγάλων μεγεθών — και της εξοικονόμησης καυσίμων για τις αεροπορικές εταιρείες λόγω της μείωσης του αριθμού των επιβατών. Τα γυμναστήρια και οι προσωπικοί γυμναστές ενδέχεται επίσης να σημειώσουν αύξηση της ζήτησης, ενώ τα θέρετρα διακοπών θα εκμεταλλευτούν τις νέες ευκαιρίες για να προσελκύσουν πιο δραστήριους και υγιεινά προσανατολισμένους πελάτες.
Πιο άμεσα, τα εστιατόρια, από τις αλυσίδες γρήγορου φαγητού έως τα πολυτελή εστιατόρια, αντιμετωπίζουν ένα νέο καταναλωτικό τοπίο και ενδεχομένως χαμηλότερη μελλοντική ζήτηση.
Οι αναλυτές τονίζουν ότι, σε πρώτο χρόνο, πράγματι, αυτά τα φάρμακα μειώνουν τις δαπάνες στα εστιατόρια γρήγορου φαγητού και τις αλυσίδες φαστ φουντ, ωστόσο η μακροπρόθεσμη εικόνα είναι πολύ λιγότερο βέβαιη. Ο τελικός αντίκτυπος θα εξαρτηθεί σε μεγάλο βαθμό από το αν οι άνθρωποι θα συνεχίσουν να λαμβάνουν τα φάρμακα με συνέπεια και για πόσο καιρό.