To τάι τσι μπορεί να είναι η ιδανική άσκηση για την αντιμετώπιση της αϋπνίας. Όπως προκύπτει από νέα έρευνα, η άσκηση σώματος και νου βοηθά στην ενίσχυση της ισορροπίας, της δύναμης και της ευελιξίας, αλλά οι ερευνητές υποστηρίζουν ότι έχει επίσης παρόμοια οφέλη με τη ψυχοθεραπεία ομιλίας για άτομα μέσης και μεγαλύτερης ηλικίας που πάσχουν από χρόνια αϋπνία, μια διαταραχή που έχει συνδεθεί με αυξημένο κίνδυνο καρδιαγγειακών παθήσεων, ψυχικών διαταραχών και γνωστικής δυσλειτουργίας.
Η γνωστική συμπεριφορική θεραπεία (CBT) είναι η προτιμώμενη θεραπεία για τη χρόνια αϋπνία, επειδή μπορεί να βοηθήσει στη διαχείριση του στρες και της ανησυχίας, αλλά η πρόσβαση σε αυτήν είναι συχνά περιορισμένη λόγω του υψηλού κόστους και της χαμηλής διαθεσιμότητας θεραπευτών.
Η τακτική άσκηση είναι γνωστό ότι βοηθά το σώμα να χαλαρώσει και να κοιμηθεί καλύτερα, αλλά οι ειδικοί επισημαίνουν ότι πρέπει να αποφεύγουμε ο,τιδήποτε είναι πολύ ενεργητικό 90 λεπτά πριν τον ύπνο, αν αυτό προκαλεί αϋπνίες. Σε σύγκριση, το τάι τσι είναι μια ολιστική μορφή άσκησης που μπορεί να μειώσει το άγχος, εξηγούν οι συγγραφείς της μελέτης.
«Το τάι τσι είναι μια ολιστική πρακτική για το σώμα και το μυαλό που ενσωματώνει σωματικά, ψυχολογικά, συναισθηματικά, πνευματικά και συμπεριφορικά στοιχεία, τα οποία έχει αποδειχθεί ότι μειώνουν το άγχος, τα συμπτώματα κατάθλιψης και τη γνωστική υπερένταση», ανέφεραν οι συγγραφείς της μελέτης.
Έρευνα του Πανεπιστημίου του Χονγκ Κονγκ, που δημοσιεύθηκε από το BMJ, συνέκρινε το τάι τσι με τη CBT. Συγκεντρώθηκαν δεδομένα από 200 Κινέζους ενήλικες ηλικίας 50 ετών και άνω που είχαν διαγνωστεί με χρόνια αϋπνία.
Οι συμμετέχοντες μπορούσαν να περπατήσουν χωρίς βοήθεια, δεν είχαν χρόνιες παθήσεις που θα μπορούσαν να επηρεάσουν τον ύπνο τους, δεν συμμετείχαν σε τακτική αερόβια άσκηση ή άσκηση σώματος και νου, δεν είχαν λάβει προηγούμενη θεραπεία CBT-I και δεν εργάζονταν σε βάρδιες.
Το ήμισυ της ομάδας έκανε τάι τσι και το άλλο ήμισυ υποβλήθηκε σε θεραπεία CBT για αϋπνία για μία ώρα δύο φορές την εβδομάδα, για συνολικά 24 συνεδρίες.
Ο Δείκτης Σοβαρότητας Αϋπνίας (ISI) χρησιμοποιήθηκε για την αξιολόγηση της αλλαγής στην αντιληπτή σοβαρότητα της αϋπνίας μετά από τρεις μήνες παρεμβάσεων και μετά από 12 μήνες παρακολούθησης, βαθμολογώντας συμπτώματα όπως δυσκολία στον ύπνο και στη διατήρηση του ύπνου, πρόωρο ξύπνημα και αδυναμία να ξανακοιμηθεί κανείς, καθώς και τον αντίκτυπο στην καθημερινή ζωή.
Στην αρχή της δοκιμής, και οι δύο ομάδες παρουσίασαν μέτρια επίπεδα σοβαρότητας αϋπνίας. Στον τρίτο μήνα, η ομάδα του τάι τσι παρουσίασε μείωση 6,67 μονάδων στις βαθμολογίες ISI, ενώ η ομάδα CBT παρουσίασε μείωση 11,19 μονάδων.
Μετά από 15 μήνες, οι ομάδες τάι τσι και CBT ήταν 9,51 και 10,18, αντίστοιχα. Και οι δύο μέθοδοι ωφέλησαν την ποιότητα ζωής, τον ύπνο και την ψυχική υγεία.
Οι συγγραφείς αναγνωρίζουν ότι τα θετικά αποτελέσματα του τάι τσι μπορεί να οφείλονται εν μέρει στη συνεχή άσκηση των συμμετεχόντων μετά το τέλος των παρεμβάσεων και αναφέρουν ότι απαιτούνται περαιτέρω μελέτες για να προσδιοριστεί εάν τα οφέλη του τάι τσι μπορούν να εφαρμοστούν σε άλλες χώρες ή περιοχές με διαφορετικά δημογραφικά χαρακτηριστικά.
Ωστόσο, οι ερευνητές κατέληξαν στο συμπέρασμα: «Η μελέτη μας υποστηρίζει το τάι τσι ως εναλλακτική θεραπευτική προσέγγιση για τη μακροχρόνια διαχείριση της χρόνιας αϋπνίας σε μεσήλικες και ηλικιωμένους ενήλικες».
Πηγή: Independent





