Οι Ιάπωνες το αποδίδουν τέλεια με τη λέξη betsubara, που σημαίνει «ξεχωριστό στομάχι», εξηγεί η Michelle Spear, Καθηγήτρια Ανατομίας στο Πανεπιστήμιο του Bristol. Φυσικά, συνεχίζει, το σώμα μας δεν διαθέτει δεύτερο στομάχι όμως η αίσθηση ότι σχεδόν πάντα όλοι μας έχουμε περιθώριο για ένα τελευταίο γλυκάκι, είναι τόσο κοινή που οπωσδήποτε αξίζει μια επιστημονική εξήγηση, προσθέτει.
Το στομάχι και τα μυστικά του
Αυτό το συναίσθημα, σύμφωνα με την Δρ. Spear, στην πραγματικότητα αντανακλά μια σειρά από σωματικές και ψυχολογικές διεργασίες που κάνουν το επιδόρπιο ακαταμάχητο, ακόμα και όταν έχουμε φάει μέχρι τα όρια μας.
Σύμφωνα με την ειδικό, ένα καλό σημείο για να ξεκινήσουμε να καταλαβαίνουμε το παραπάνω παράδοξο είναι το ίδιο το στομάχι. Πολλοί άνθρωποι το φαντάζονται ως μια σακούλα σταθερού μεγέθους που γεμίζει μέχρι να μην μπορεί να αντέξει άλλο, λες και μια παραπάνω μπουκιά θα οδηγήσει σε έκρηξη.
Στην πραγματικότητα, λέει, το στομάχι είναι σχεδιασμένο να τεντώνεται και να προσαρμόζεται. Καθώς αρχίζουμε να τρώμε, υφίσταται τη λεγόμενη «γαστρική προσαρμογή»: ο λείος μυς χαλαρώνει, δημιουργώντας επιπλέον χωρητικότητα χωρίς σημαντική αύξηση της πίεσης.
Εξίσου σημαντικός παράγοντας είναι ότι τα μαλακά και γλυκά τρόφιμα απαιτούν πολύ λίγη μηχανική πέψη, προσθέτει. Ένα βαρύ κυρίως πιάτο μπορεί να κάνει το στομάχι να φουσκώσει, αλλά ένα ελαφρύ επιδόρπιο, όπως το παγωτό ή μια μους, δεν προκαλεί σχεδόν καθόλου επιπλέον φόρτο εργασίας, επομένως το στομάχι χαλαρώνει περαιτέρω για να δημιουργήσει λίγο χώρο ακόμα.
Ηδονική πείνα
Κατά την ειδικό, μεγάλο μέρος της επιθυμίας για επιδόρπιο προέρχεται από τον εγκέφαλο, συγκεκριμένα από τις νευρικές οδούς που εμπλέκονται στον μηχανισμό ανταμοιβής και ευχαρίστησης. Η όρεξη δεν διέπεται αποκλειστικά από την σωματική ανάγκη για φαγητό. Υπάρχει επίσης η «ηδονική πείνα», η επιθυμία δηλαδή να φάμε κάτι επειδή είναι νόστιμο ή μας προσφέρει μια αίσθηση παρηγοριάς.
Από αυτή την άποψη τα γλυκά τρόφιμα είναι ιδιαίτερα ισχυρά. Ενεργοποιούν το μεσομεταιχμιακό σύστημα ντοπαμίνης του εγκεφάλου, αυξάνοντας τη λαχτάρα για τροφή και αποδυναμώνοντας προσωρινά τα σήματα κορεσμού.
Μετά από ένα ικανοποιητικό κυρίως πιάτο, η σωματική πείνα μπορεί να εξαφανιστεί αλλά η προσμονή μιας λιχουδιάς με ζάχαρη δημιουργεί μια ξεχωριστή -καθοδηγούμενη από την προσμονή ανταμοιβής- επιθυμία να συνεχίσουμε να τρώμε, τονίζει.
Ένας άλλος μηχανισμός που εμπλέκεται, λέει η Spear, είναι ο αισθητηριακά ειδικός κορεσμός. Καθώς τρώμε, η απόκριση του εγκεφάλου μας στις γεύσεις και τις υφές μειώνεται σταδιακά, καθιστώντας το φαγητό λιγότερο ενδιαφέρον. Η εισαγωγή ενός διαφορετικού προφίλ γεύσης -κάτι γλυκό, ξινό ή κρεμώδες- ανανεώνει την απόκριση ανταμοιβής.
Επιπλέον, τα επιδόρπια συμπεριφέρονται διαφορετικά όταν φτάσουν στο έντερο. Σε σύγκριση με τροφές πλούσιες σε πρωτεΐνες ή λιπαρά, οι τροφές με ζάχαρη και υδατάνθρακες περνούν γρηγορότερα από το στομάχι και απαιτούν σχετικά μικρή πρώιμη διάσπαση, συμβάλλοντας στην αντίληψη ότι είναι πιο εύκολο να τα καταναλώσουμε ακόμα και όταν έχουμε χορτάσει.
Ο χρόνος παίζει επίσης ρόλο, λέει η γιατρός. Η επικοινωνία εντέρου-εγκεφάλου που δημιουργεί την αίσθηση του κορεσμού δεν ανταποκρίνεται άμεσα.
Ορμόνες όπως η χολοκυστοκινίνη, το GLP-1 και το πεπτίδιο YY αυξάνονται σταδιακά και συνήθως χρειάζονται 20-40 λεπτά για να παράξουν μια αίσθηση κορεσμού που θα έχει διάρκεια.
Πολλοί απο εμάς όμως έχουμε ήδη προχωρήσει στο επιδόρπιο πολύ πριν αυτή η ορμονική μετατόπιση τεθεί πλήρως σε ισχύ, δίνοντας έτσι χώρο στο σύστημα ανταμοιβής να επηρεάσει τη συμπεριφορά μας.
Σε αυτές τις βιολογικές διεργασίες έρχεται να προστεθεί και η επίδραση της κοινωνικής εξαρτημένης μάθησης. Για πολλούς ανθρώπους, το επιδόρπιο συνδέεται με μια αίσθηση γιορτής, με γενναιοδωρία ή οικονομική άνεση.
Τα πολιτιστικά και συναισθηματικά ερεθίσματα μπορούν επίσης να προκαλέσουν μια ισχυρή προσμονή ευχαρίστησης πριν καν φτάσει το φαγητό μπροστά μας. Μελέτες έχουν καταδείξει ότι οι άνθρωποι τρώνε περισσότερο σε κοινωνικές περιστάσεις, όταν προσφέρεται άφθονο φαγητό που συνήθως περιλαμβάνει και επιδόρπιο.
Την επόμενη φορά λοιπόν, καταλήγει η Δρ. Spear, που κάποιος επιμένει ότι είναι πολύ χορτάτος για μια ακόμα μπουκιά αλλά με κάποιο τρόπο βρίσκει χώρο για ένα γλυκό, να είστε σίγουροι: δεν είναι ασυνεπής. Απλώς βιώνει ένα απόλυτα φυσιολογικό και μάλλον “κομψό” χαρακτηριστικό του ανθρώπινου σώματος.
Πηγή: THE CONVERSATION.COM





