Ο αμερικανικός φαρμακευτικός γίγαντας Merck ακυρώνει την προγραμματισμένη επέκταση των δραστηριοτήτων του στο Ηνωμένο Βασίλειο, ύψους 1 δισεκατομμυρίου λιρών, υποστηρίζοντας ότι η κυβέρνηση δεν επενδύει αρκετά στον τομέα αυτό.
Η πολυεθνική επιχείρηση, γνωστή ως MSD στην Ευρώπη, δήλωσε ότι θα μεταφέρει την έρευνα στον τομέα των βιοεπιστημών στις ΗΠΑ και θα προχωρήσει σε περικοπές θέσεων εργασίας στο Ηνωμένο Βασίλειο, κατηγορώντας τις διαδοχικές κυβερνήσεις για την υποτίμηση των καινοτόμων φαρμάκων.
Αναλυτές δήλωσαν στο BBC ότι, μετά την απόφαση της Merck, πολλές μεγάλες φαρμακευτικές εταιρείες ενδέχεται να σταματήσουν να επενδύουν στο Ηνωμένο Βασίλειο. Ωστόσο, κυβερνητικές πηγές υπερασπίζονται τις επενδύσειςπου έχουν γίνει σε επιστήμη και έρευνα, αναγνωρίζοντας πάντως ότι «υπάρχουν ακόμη πολλά να γίνουν».
Οι φαρμακευτικές εταιρείες έχουν επικεντρωθεί εκ νέου στις επενδύσεις στις ΗΠΑ, μετά από πιέσεις του Προέδρου Ντόναλντ Τραμπ, συμπεριλαμβανομένων απειλών για εξωφρενικά υψηλούς δασμούς στις εισαγωγές φαρμάκων.
Η Merck είχε ήδη ξεκινήσει την κατασκευή ενός εργοστασίου στο King's Cross του Λονδίνου, το οποίο επρόκειτο να ολοκληρωθεί έως το 2027, αλλά δήλωσε ότι δεν σκοπεύει πλέον να το χρησιμοποιήσει.
Η εταιρεία θα εκκενώσει επίσης τα εργαστήριά της στο London Bioscience Innovation Centre και στο Francis Crick Institute έως το τέλος του έτους, γεγονός που θα οδηγήσει στην απώλεια 125 θέσεων εργασίας.
Έλλειψη επενδύσεων, υποτίμηση καινοτόμων φαρμάκων
Ένας εκπρόσωπος της φαρμακευτικής εταιρείας δήλωσε ότι η απόφαση «αντανακλά τις προκλήσεις που αντιμετωπίζει το Ηνωμένο Βασίλειο, το οποίο δεν έχει σημειώσει σημαντική πρόοδο στην αντιμετώπιση της έλλειψης επενδύσεων στον κλάδο των βιοεπιστημών και της συνολικής υποτίμησης των καινοτόμων φαρμάκων και εμβολίων από τις διαδοχικές κυβερνήσεις του Ηνωμένου Βασιλείου».
Η MSD είναι η τελευταία φαρμακευτική εταιρεία που εγκατέλειψε ή μείωσε τα επενδυτικά της σχέδια στο Ηνωμένο Βασίλειο.
Τον Ιανουάριο, η AstraZeneca αποσύρθηκε από τα σχέδια να επενδύσει 450 εκατομμύρια λίρες στην επέκταση ενός εργοστασίου παραγωγής εμβολίων στο Merseyside νωρίτερα φέτος, κατηγορώντας τη μειωμένη κυβερνητική υποστήριξη.
Ο επικεφαλής μιας άλλης φαρμακευτικής γίγαντας στο Ηνωμένο Βασίλειο προειδοποίησε τον περασμένο μήνα ότι οι ασθενείς του NHS θα χάσουν την πρόσβαση σε πρωτοποριακές θεραπείες, επειδή η Βρετανία είναι «σε μεγάλο βαθμό μη επενδύσιμη».
Ο Johan Kahlstrom της Norvartis δήλωσε ότι η εταιρεία «ήδη δεν μπόρεσε να λανσάρει αρκετά φάρμακα» στη χώρα λόγω της «μειωμένης ανταγωνιστικότητας» της βρετανικής αγοράς.
Το 2023, η AstraZeneca επέλεξε να κατασκευάσει ένα νέο εργοστάσιο στην Ιρλανδία αντί για το Ηνωμένο Βασίλειο.
Ο επικεφαλής της εταιρείας δήλωσε τότε ότι ήθελε να κατασκευάσει το εργοστάσιο στη βορειοδυτική Αγγλία, αλλά ένας «αποθαρρυντικός» φορολογικός συντελεστής τον οδήγησε να επιλέξει το Δουβλίνο.
Πηγές του κλάδου δήλωσαν στο BBC ότι ο τομέας είχε προσελκύσει σημαντική χρηματοδότηση στο κέντρο γύρω από το Kings Cross, με έμφαση στη διασταύρωση μεταξύ των βιοεπιστημών και της τεχνητής νοημοσύνης.
Απέρριψαν τους ισχυρισμούς ότι η απόφαση συνδέεται με τις συνεχιζόμενες διαπραγματεύσεις για τις τιμές των φαρμάκων, στις οποίες ο κλάδος ασκεί έντονες πιέσεις στο NHS να εγκρίνει περισσότερα φάρμακα και να πληρώνει περισσότερα για αυτά.
Το τρέχον καθεστώς τιμολόγησης καθορίστηκε και συμφωνήθηκε από τις φαρμακευτικές εταιρείες το 2023, πριν από λιγότερο από 18 μήνες.
Έκτοτε, οι φαρμακευτικές εταιρείες δέχονται πιέσεις από την κυβέρνηση Τραμπ να μειώσουν τις τιμές των φαρμάκων για τους Αμερικανούς πελάτες και να επενδύσουν περισσότερο στις ΗΠΑ, γεγονός που επηρεάζει την ικανότητά τους να επενδύσουν αλλού.
Σε συνέντευξη που παραχώρησε τον Αύγουστο στο CNBC, ο Τραμπ υπονόησε ότι οι δασμοί στα φάρμακα που εισάγονται στις ΗΠΑ θα μπορούσαν να φτάσουν έως και το 250%.
Εντονη κριτική και από τη Sanofi
Ένας ανώτερος στέλεχος της φαρμακευτικής βιομηχανίας κάλεσε την κυβέρνηση να καταρτίσει έναν «κατάλληλο» οδικό χάρτη για την αύξηση των δαπανών για νέα φάρμακα, λέγοντας ότι η Βρετανία «δεν είναι ένα καλό μέρος» για την ανάπτυξη ή την πώληση φαρμάκων.
Ο Paul Naish, επικεφαλής της γαλλικής εταιρείας Sanofi για την πρόσβαση στην αγορά του Ηνωμένου Βασιλείου, δήλωσε ότι η Βρετανία βρίσκεται «σε κρίσιμο σημείο».
Πρόσθεσε: «Εξακολουθούμε να έχουμε τα καλύτερα πανεπιστήμια, έχουμε μερικούς από τους καλύτερους επιστήμονες στον κόσμο, αλλά δεν είναι καλό μέρος για την ανάπτυξη φαρμάκων. Είναι ένα ακριβό μέρος για να λειτουργείς και είναι ένα φρικτό μέρος για να πουλάς φάρμακα».
Πηγή: BBC , Guardian