Συγκεκριμένα, στη δήλωσή της η κυρία Νάταλι Μολ, αναφέρει τα εξής: «Η EFPIA συνεχίζει να εξετάζει τις ανακοινώσεις σχετικά με την εμπορική συμφωνία ΕΕ-ΗΠΑ, καθώς οι βασικές επιπτώσεις για τον φαρμακευτικό τομέα παραμένουν αβέβαιες.
Οι δασμοί στα φάρμακα είναι ένα αμβλύ εργαλείο που θα διαταράξει τις αλυσίδες εφοδιασμού, θα επηρεάσει τις επενδύσεις στην έρευνα και την ανάπτυξη και τελικά θα βλάψει την πρόσβαση των ασθενών στα φάρμακα και στις δύο πλευρές του Ατλαντικού.
Εάν οι στόχοι είναι να διασφαλιστούν οι φαρμακευτικές επενδύσεις στην έρευνα, την ανάπτυξη και την παραγωγή, να εξισορροπηθεί το εμπόριο και να εξασφαλιστεί μια δικαιότερη κατανομή του τρόπου χρηματοδότησης της παγκόσμιας φαρμακευτικής καινοτομίας, υπάρχουν πιο αποτελεσματικοί τρόποι που θα βοηθήσουν, αντί να εμποδίσουν, τις παγκόσμιες προόδους στη φροντίδα των ασθενών και την οικονομική ανάπτυξη.
Από ευρωπαϊκή άποψη, αυτό σημαίνει επανεξέταση του τρόπου με τον οποίο αποτιμούμε την καινοτομία, σημαντική αύξηση των δαπανών της περιοχής για καινοτόμα φάρμακα και δημιουργία ενός λειτουργικού περιβάλλοντος που μπορεί να επιταχύνει τη μετατροπή της σπουδαίας επιστήμης της Ευρώπης σε νέες θεραπείες».
Στα 19 δισ. δολάρια τα πρόσθετα κόστη
Η εμπορική συμφωνία που επετεύχθη μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των ΗΠΑ θα μπορούσε να κοστίσει στη φαρμακοβιομηχανία μεταξύ 13 και 19 δισεκατομμυρίων δολαρίων, καθώς τα επώνυμα φάρμακα θα υπόκεινται σε δασμό 15%, σύμφωνα με ορισμένους αναλυτές.
Το πρόσθετο κόστος θα μπορούσε να αυξήσει τις τιμές για τους καταναλωτές, εκτός εάν οι φαρμακευτικές εταιρείες αναλάβουν κάποιου είδους δράση προκειμένου να μετριάσουν τις επιπτώσεις των δασμών, δήλωσε ένας από τους αναλυτές.
Τα φαρμακευτικά προϊόντα είχαν ιστορικά εξαιρεθεί από τους δασμούς με προηγούμενες συμφωνίες. Τα φάρμακα είναι οι μεγαλύτερες ευρωπαϊκές εξαγωγές προς τις Ηνωμένες Πολιτείες σε αξία, καθώς η ΕΕ αντιπροσωπεύει περίπου το 60% του συνόλου των φαρμακευτικών εισαγωγών στις ΗΠΑ.
Την Κυριακή, Ευρωπαίοι αξιωματούχοι δήλωναν ότι μια διμερής εμπορική συμφωνία για οριζόντιο δασμό 15% περιελάμβανε και τα φαρμακευτικά προϊόντα, εκτός από ορισμένα γενόσημα φάρμακα, τα οποία δεν θα υπόκεινται σε δασμούς.
Οι ΗΠΑ διεξάγουν έρευνα εθνικής ασφάλειας στον τομέα των φαρμάκων και η βιομηχανία προετοιμάζεται για ξεχωριστούς κλαδικούς δασμούς. Ο πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ δήλωσε νωρίτερα αυτόν τον μήνα, πριν από τη διαπραγμάτευση της διμερούς συμφωνίας, ότι οι δασμοί στα φάρμακα θα μπορούσαν να φτάσουν ακόμα και το 200%!
Πολλά τα αναπάντητα ερωτήματα
Ορισμένοι αναλυτές της Wall Street δήλωσαν ότι δεν αναμένουν πρόσθετους δασμούς για την ΕΕ ως αποτέλεσμα της έρευνας, αλλά άλλοι προειδοποίησαν ότι η συμφωνία δεν έχει ακόμη υπογραφεί και ότι πολλά ερωτήματα παραμένουν αναπάντητα.
Ο αναλυτής της UBS Μάθιου Γουέστον δήλωσε ότι αναμένει πως οι λεπτομέρειες της εμπορικής συμφωνίας θα περιλαμβάνουν μέτρα προστασίας των εξαγώγιμων φαρμάκων της ΕΕ από την αμερικανική έρευνα, ιδίως δεδομένου ότι τέτοια μέτρα συζητούνται στις διαπραγματεύσεις με το Ηνωμένο Βασίλειο και την Ελβετία. Ο ίδιος επισήμανε ότι δεν ήταν άμεσα σαφές ποια γενόσημα φάρμακα εξαιρούνται από τους δασμούς στο πλαίσιο της συμφωνίας, αλλά οι όποιες επιπτώσεις για την εταιρεία παραγωγής γενόσημων φαρμάκων Sandoz για το τρέχον έτος θα πρέπει ως επί το πλείστον να είναι διαχειρίσιμες.
Ο αναλυτής της ING, Ντίντριχ Στάτιντς, τόνισε επίσης ότι ενώ δεν αναμένονται δασμοί πέραν του 15%, ακόμη και μετά την ολοκλήρωση των ερευνών για την εθνική ασφάλεια, τίποτα δεν είναι απολύτως σαφές «μέχρι να υπογραφεί οριστικά η εμπορική συμφωνία». Ο ίδιος εκτιμά ότι οι εν λόγω επιβαρύνσεις θα μπορούσαν να προσθέσουν ποσό περί 13 δισεκατομμύρια δολάρια στα κόστη της ευρωπαϊκής φαρμακοβιομηχανίας χωρίς στρατηγικές μετριασμού, και μέρος αυτών θα μπορούσε τελικά να επιβαρύνει τον καταναλωτή.
Η αναλύτρια της Bernstein Κόρτνει Μπριν υπολογίζει τα πρόσθετα κόστη για τη φαρμακοβιομηχανία στα 19 δισεκατομμύρια δολάρια, ωστόσο σημειώνει ότι οι εταιρείες πιθανόν να είναι σε θέση να απορροφήσουν μέρος του κόστους με τις πρακτικές που εφαρμόζουν όπως για παράδειγμα η αποθήκευση φαρμακευτικών προϊόντων και οι νέες συμφωνίες με συμβεβλημένους ερευνητές.
Νωρίτερα μέσα στον Ιούλιο, η Sanofi,δήλωσε ότι θα πουλήσει μια μονάδα παραγωγής στο Νιου Τζέρσεϊ στη Thermo Fisher, όπου θα συνεχίσουν να παρασκευάζονται σκευάσματα της γαλλικής φαρμακοβιομηχανίας. Επιπλέον, ο διευθύνων σύμβουλος της Roche Τόμας Σίνεκερ δήλωσε μόλις την περασμένη εβδομάδα ότι η εταιρεία θα αυξήσει τα αποθέματά της στις ΗΠΑ προκειμένου να αποφύγει οποιαδήποτε άμεση διαταραχή από τους δασμούς.
Πηγή: REUTERS