Φανταστείτε τη λαχτάρα για εγγύτητα. Σωματική ή συναισθηματική. Την προσπάθεια να προσεγγίσεις κάποιον άλλο άνθρωπο. Και την στιγμή που ακριβώς επιτέλους καταφέρνεις να έρθεις κοντά του, ένα μαύρο πέπλο να καλύπτει όλα όσα μέχρι τότε σε οδήγησαν εκεί. Και η μόνη λογική λύση που επαναλαμβάνεται συνεχώς στο μυαλό σου, να είναι η διαφυγή από εκείνον που τόσο επιθύμησες.
Στη βιβλιογραφία ο όρος «φόβος οικειότητας», περιγράφει το τρομακτικό αίσθημα πανικού που μπορεί να δημιουργεί μια στενή συναισθηματική ή σωματική σχέση. Τα άτομα που βιώνουν αυτόν τον φόβο συνήθως δεν επιθυμούν να αποφύγουν την οικειότητα -για την ακρίβεια συχνά την λαχταρούν- ωστόσο κατ' επανάληψη τείνουν να απομακρύνουν κοντινούς τους ανθρώπους και σχεδόν σαμποτάρουν οι ίδιοι τις σχέσεις τους.
Ο τρόμος της εγγύτητας
Ο φόβος της οικειότητας μπορεί να πυροδοτείται από πολλές, διαφορετικές αιτίες, συμπεριλαμβανομένων ορισμένων εμπειριών της παιδικής ηλικίας, όπως ιστορικό κακοποίησης ή παραμέλησης. Μπορεί επίσης να έχει διάφορους τύπους έκφρασης. Να αφορά στην αδυναμία να μοιραστούμε τις σκέψεις και τις ιδέες μας με κάποιον άλλο, να σχετίζεται με έλλειψη ικανότητας έκφρασης των πιο μύχιων συναισθημάτων μας, ενίοτε με δυσπραγία να εκφράσουμε τη σεξουαλικότητα μας ή να μοιραστούμε κοινές εμπειρίες.
Και παραδόξως, για κάποιον που φοβάται την οικειότητα, το πρόβλημα συχνά εμφανίζεται ακριβώς όταν αρχίζει να αναπτύσσει πολύ στενές σχέσεις με κάποιον άλλο.
Γιατί φοβόμαστε να «δεθούμε»;
Φανταστείτε μια κούκλα Μπάμπουσκα. Η πρώτη μορφή είναι ο φόβος της οικειότητας. Την αφαιρείς και πέφτεις επάνω στον φόβο για εγκατάλειψη. Προχωράς πιο κάτω και συναντάς τον φόβο για καταπίεση ή πιθανή απώλεια. Όλα τα παραπάνω, αποτελούν τελικά την καρδιά, τον πυρήνα της αδυναμίας ανάπτυξης εγγύτητας με κάποιον άλλο, ένα ατελείωτο ρόλερ κόστερ όπου προσεγγίζουμε τον άλλο μόνο και μόνο για να απομακρυνθούμε ξανά μόλις φτάσουμε πολύ κοντά του.
Αυτοί οι φόβοι συνήθως έχουν γεννηθεί κάποια στιγμή κατά τη διάρκεια της παιδικής μας ηλικίας και πυροδοτούνται από συγκυρίες των ενήλικων σχέσεων μας. Ο φόβος της οικειότητας συχνά επίσης συνδέεται και με αγχώδεις διαταραχές.
Φόβος εγκατάλειψης
Όσοι φοβούνται την εγκατάλειψη ανησυχούν ότι ο σύντροφός τους θα τους εγκαταλείψει. Αυτό το συναίσθημα συχνά προκύπτει από την εμπειρία ενός γονέα ή κάποιας άλλης σημαντικής ενήλικης φιγούρας, που εγκατέλειψε το άτομο συναισθηματικά ή σωματικά όταν ήταν ακόμα μικρό παιδί.
Φόβος καταπίεσης
Είναι η κατάσταση που δημιουργεί έντονο στρες και αγωνία στη σκέψη ότι μπορεί μια σχέση να οδηγήσει σε απώλεια ελέγχου του εαυτού μας και «κυριαρχία» του άλλου επάνω μας. Αυτός ο φόβος μερικές φορές προκύπτει, λένε οι ειδικοί, σε ανθρώπους που μεγάλωσαν σε οικογένεια με πολλούς και πολύπλοκους συναισθηματικούς δεσμούς μεταξύ των μελών της.
Διαταραχές άγχους
Ο φόβος της οικειότητας μπορεί επίσης να εμφανιστεί ως μέρος μιας κοινωνικής φοβίας ή διαταραχής κοινωνικού άγχους.
Παράγοντες κινδύνου
Οι αιτίες συχνά εδράζουν στην παιδική ηλικία και σε προϋπάρχουσες συνθήκες αδυναμίας να εμπιστευτεί κανείς με ασφάλεια τα γονικά πρόσωπα και τους φροντιστές του, κάτι που μπορεί να οδηγήσει σε προβλήματα προσκόλλησης.
Εμπειρίες που μπορεί να αυξήσουν τον κίνδυνο εμφάνισης του φόβου για οικειότητα περιλαμβάνουν:
- Διαπλεκόμενες οικογένειες: Είναι οι οικογένειες που μπορεί, επιφανειακά, να φαίνονται στοργικές και υποστηρικτικές, όμως στο εσωτερικό τους τα όρια και οι ρόλοι μπορεί να είναι θολά με αποτέλεσμα να οδηγούν συχνά σε προβλήματα προσκόλλησης, ανεξαρτησίας και οικειότητας.
- Συναισθηματική παραμέληση: Οι περιπτώσεις όπου οι γονείς ή οι κύριοι φροντιστές, είναι σωματικά αλλά όχι συναισθηματικά διαθέσιμοι και έτσι το μήνυμα που φτάνει στα παιδιά τελικά είναι ότι δεν μπορούν να βασιστούν σε εκείνους, κατ' επέκταση λοιπόν, και σε κανέναν άλλο.
- Απώλεια γονέα: Κάθε είδος απώλειας της φυσικής παρουσίας ενός γονέα μπορεί να δημιουργήσει συναισθήματα εγκατάλειψης που αργότερα στην ενήλικη ζωή δυσκολεύουν την δημιουργία ρομαντικών δεσμών.
- Γονική ασθένεια: Η ασθένεια ενός γονέα μπορεί να οδηγήσει σε ένα αίσθημα αδυναμίας να βασιστεί κανείς σε οποιονδήποτε άλλον πέραν του εαυτού του, ειδικά όταν προκύπτει αντιστροφή ρόλων ή η ανάγκη το παιδί να «παίξει τον ρόλο του γονέα» προκειμένου να φροντίσει άλλα μέλη της οικογένειας, συνήθως μικρότερης ηλικίας.
- Ψυχική νόσος του γονέα: Μελέτες έχουν δείξει πώς ψυχικοί νόσοι των γονέων, όπως η ναρκισσιστική διαταραχή προσωπικότητας, μπορεί να επηρεάσουν τον σχηματισμό δεσμού με τα παιδιά, γεγονός που μπορεί να οδηγήσει σε ανασφαλείς συναισθηματικές δεσμεύσεις αργότερα στην ενήλικη ζωή τους.
- Χρήση ουσιών από τους γονείς: Δυσκολεύουν την παροχή συνεπούς φροντίδας, κάτι που μπορεί να επηρεάσει τον μετέπειτα σχηματισμό συναισθηματικών δεσμών.
- Σωματική ή σεξουαλική κακοποίηση: Ένας καθοριστικός παράγοντας που μπορεί να δυσκολέψει σημαντικά το παιδί να αναπτύξει ως ενήλικας υγιή συναισθηματική και σεξουαλική οικειότητα.
- Παραμέληση: Τα άτομα που βίωσαν παραμέληση ως παιδιά μπορεί να δυσκολευτούν ως ενήλικες να εμπιστευτούν και να βασιστούν σε άλλους, συμπεριλαμβανομένων των συντρόφων τους.
- Λεκτική κακοποίηση: Τα παιδιά που έχουν υποστεί συναισθηματική κακοποίηση μπορεί να εξελιχθούν σε ενήλικες που φοβούνται μήπως γελοιοποιηθούν ή κακοποιηθούν εκ νέου λεκτικά αν μοιραστούν κάτι με άλλους, έτσι αδυνατούν να μοιραστούν συναισθήματα και σκέψεις.
Οι τραυματικές αλληλεπιδράσεις κάποιου σε σχέσεις και εκτός της πυρηνικής οικογένειας, όπως με έναν δάσκαλο, έναν άλλο συγγενή ή έναν συνομήλικο με προβληματική συμπεριφορά, μπορεί επίσης να συμβάλλουν στην ανάπτυξη του φόβου για οικειότητα.
Πώς εκφράζεται ο φόβος
Μπορεί να εκφρασθεί με διάφορους τρόπους και σε κάθε είδους σχέση -ρομαντική, πλατωνική, οικογενειακή.
Κάποιες φορές αποτυπώνεται με την μορφή απροθυμίας για δέσμευση. Η σχέση αρχικά αναπτύσσεται κανονικά, μόλις όμως γίνει στενότερη, το οικοδόμημα αρχίζει να καταρρέει αφού εκείνος που διακατέχεται από τον φόβο αντί να επιτρέψει περαιτέρω σύνδεση, τερματίζει την σχέση συχνά για ασήμαντη αφορμή και σπεύδει πολλές φορές να την αντικαταστήσει με κάποια άλλη περισσότερο επιφανειακή.
Τελειομανία
Ο υποκείμενος φόβος της οικειότητας συχνά έγκειται στο συναίσθημα ότι ένα άτομο δεν αξίζει να αγαπηθεί και να υποστηριχθεί. Αυτό οδηγεί στην ανάγκη να είναι κανείς «τέλειος» για να αποδείξει ότι είναι αξιαγάπητος.
Δυσκολία έκφρασης των αναγκών
Ένα άτομο με φόβο οικειότητας μπορεί επίσης να αντιμετωπίζει μεγάλη δυσκολία στο να εκφράσει τις ανάγκες και τις επιθυμίες του.
Και επειδή κανείς δεν έχει το κληρονομικό χάρισμα να διαβάζει το μυαλό του άλλου, οι ανάγκες που δεν εκφράζονται μένουν ανεκπλήρωτες, επιβεβαιώνοντας εσωτερικά τα συναισθήματα του ατόμου ότι τελικά όντως είναι ανάξιος να αγαπηθεί.
Σαμποτάζ σχέσεων
Τα άτομα που φοβούνται την οικειότητα μπορεί να σαμποτάρουν οι ίδιοι τη σχέση τους με πολλούς τρόπους.
Λόγου χάρη, επιδεικνύοντας έντονη κριτική στον σύντροφο τους, αντιμετωπίζοντας τον με καχυποψία ή αποδίδοντας του κατηγορίες για θέματα που δεν έχει πραγματική εμπλοκή.
Δυσκολίες στη φυσική επαφή
Ο φόβος οικειότητας μπορεί επίσης να οδηγήσει σε ακραίες καταστάσεις όσον αφορά τη σωματική επαφή. Ένα άτομο μπορεί να την αποφεύγει εντελώς και κάποιο άλλο να την επιδιώκει ασφυκτικά.
Ο ρόλος του θεραπευτή
Οι ειδικοί ψυχικής υγείας, μπορούν να βοηθήσουν στο να πιαστεί το νήμα από την αρχή και να ξεδιπλώσει προς την αιτία που πυροδοτεί τον φόβο για εγγύτητα.
Είναι μια διαδικασία που μπορεί να απαιτήσει χρόνο, προθυμία αποδοχής της αβεβαιότητας και προσπάθεια να αναθεωρηθούν βασικές νόρμες, μπορεί όμως να σας δώσει πίσω την ελευθερία να αγαπήσετε και να αγαπηθείτε όπως λαχταράτε. Και αυτό αξίζει την προσπάθεια…
Πηγή: VERYWELLMIND.COM