Τα αίτια της δια βίου σεξουαλικής αποχής μπήκαν στο μικροσκόπιο των ερευνητών οι οποίοι κατέληξαν ότι το φαινόμενο αυτό συνδέεται με μια πολύπλευρη αλληλεπίδραση ψυχολογικών, κοινωνικών και γενετικών παραγόντων.
Ερευνητές από το Karolinska Institutet, το Max Planck Institute for Empirical Aesthetics (Γερμανία), το Amsterdam UMC (Ολλανδία), σε συνεργασία με άλλους διεθνείς εταίρους, έχουν διεξάγει την πιο εκτενή μελέτη μέχρι σήμερα σε ενήλικες που δεν έχουν ποτέ κάνει σεξουαλική επαφή. Τα ευρήματα, που δημοσιεύτηκαν στο Proceedings of the National Academy of Sciences. Χρησιμοποιώντας δεδομένα από περισσότερα από 400.000 άτομα στο Ηνωμένο Βασίλειο ηλικίας 39 έως 73 ετών, οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι περίπου το 1% δήλωσε ότι δεν είχαν ποτέ σεξουαλική επαφή.
Η ομάδα αυτή τείνει να:
- έχει υψηλότερο μορφωτικό επίπεδο
- να πίνει και να καπνίζει λιγότερο,
- να δηλώνει μεγαλύτερη μοναξιά,
- νευρικότητα
- χαμηλότερα επίπεδα ευτυχίας σε σύγκριση με όσους έχουν σεξουαλική εμπειρία.
«Για πολλούς, οι ρομαντικές και σεξουαλικές σχέσεις είναι βασικές πηγές συναισθηματικής υποστήριξης», λέει η Δρ Laura Wesseldijk, ερευνήτρια στο Τμήμα Νευροεπιστημών του Karolinska Institutet και μία από τις κύριες συγγραφείς της μελέτης. «Τα ευρήματά μας δείχνουν ότι η απουσία τέτοιων σχέσεων συνδέεται με αυξημένα συναισθήματα απομόνωσης και μειωμένη ευημερία».
Για τους άνδρες, η σωματική δύναμη και η τοπική αναλογία των φύλων, δηλαδή η πληθυσμιακή κατανομή των δύο φύλων, είχαν σημασία. Επιπλέον, η ασεξουαλικότητα ήταν πιο συχνή σε περιοχές με μεγαλύτερη εισοδηματική ανισότητα. Γενετικές αναλύσεις έδειξαν οι γενετικές παραλλαγές σε αυτούς τους ανθρώπους δεν έπαιζαν ιδιαίτερα σημαντικό ρόλο.
Πολύπλοκο ζήτημα
«Η μελέτη μας ρίχνει νέο φως σε ένα θέμα που μέχρι τώρα δεν έχει τύχει ιδιαίτερης προσοχής: η σεξουαλική αποχή στην τρίτη ηλικία. Τα αποτελέσματα παρέχουν μια καλύτερη κατανόηση του πόσο συχνά συμβαίνει και ποιοι παράγοντες παίζουν ρόλο», λέει ο Δρ Wesseldijk.
Αυτό μπορεί να είναι πολύτιμο για τους σεξολόγους και τους επαγγελματίες ψυχικής υγείας. Ταυτόχρονα, η μελέτη προσφέρει μια μοναδική ευκαιρία να εξεταστούν εξελικτικά ζητήματα, καθώς η σεξουαλική αποχή σχετίζεται άμεσα με την πιο θεμελιώδη πτυχή της εξέλιξης: την αναπαραγωγική επιτυχία.
Η μελέτη ανέλυσε ερωτηματολόγια και γενετικά δεδομένα από περισσότερους από 400.000 Βρετανούς (ηλικίας 39-73 ετών) και 13.500 Αυστραλούς (ηλικίας 18-89 ετών), χρησιμοποιώντας μια σειρά από προσεγγίσεις, όπως φαινοτυπικές και γεωγραφικές συσχετίσεις, μελέτες συσχέτισης σε επίπεδο γονιδιώματος, πολυγονιδιακές βαθμολογίες, γενετικές συσχετίσεις, αναλύσεις εντός της οικογένειας και αρχαίο DNA.
Αυτό επέτρεψε στους ερευνητές να εξετάσουν τόσο τους κοινωνικούς όσο και τους βιολογικούς παράγοντες που σχετίζονται με την παρθενιά σε σύγχρονα και ιστορικά πλαίσια. Αν και πολύ εκτενής, η μελέτη εξακολουθεί να έχει περιορισμούς: για παράδειγμα, δεν ήταν δυνατό να γίνει διάκριση μεταξύ εκούσιας και ακούσιας παρθενιάς.
Τα ευρήματα, όταν εξεταστούν στο σύνολό τους, υπογραμμίζουν ότι η δια βίου σεξουαλική αποχή δεν μπορεί να αποδοθεί σε μία μόνο εξήγηση. Αντίθετα, αποτελεί ένδειξη μιας πολύπλοκης αλληλεπίδρασης κοινωνικών, ψυχολογικών και γενετικών επιρροών. Με τη χαρτογράφηση αυτών των παραγόντων, η μελέτη παρέχει μια βάση για μελλοντική έρευνα σχετικά με τη σεξουαλική συμπεριφορά, την υγεία και την ανθρώπινη εξέλιξη.