Η διαταραχή συμπεριφοράς στον ύπνο REM (εκδραμάτιση ονείρων) χαρακτηρίζεται από απώλεια της φυσιολογικής μυϊκής ατονίας στη φάση των ονείρων, οδηγώντας σε φωνές, απότομες κινήσεις και βίαιη σωματική δραστηριότητα που αντικατοπτρίζουν το περιεχόμενο του ονείρου.
Παρότι η εικόνα αυτή μπορεί να φαίνεται απλώς παράξενη ή διασκεδαστική, στην πραγματικότητα αποτελεί το πιο ισχυρό προειδοποιητικό σημάδι συνουκλεϊνοπαθειών· πάνω από το 70% όσων εμφανίζουν εκδραμάτιση ονείρων τελικά αναπτύσσουν νόσο Πάρκινσον, άνοια με σωμάτια Lewy ή πολλαπλή συστηματική ατροφία.
Η διαταραχή εμφανίζεται κυρίως σε άνδρες, με αναλογία που σε ορισμένες μελέτες φτάνει το 8 προς 1 σε σχέση με τις γυναίκες, με αποτέλεσμα η γυναικεία συμμετοχή σε ερευνητικά δείγματα να είναι περιορισμένη. Αυτό το εντυπωσιακό εύρημα ενίσχυσε το ενδιαφέρον για πιθανούς προστατευτικούς μηχανισμούς του γυναικείου φύλου απέναντι στη νευροεκφύλιση.
Για να διερευνηθεί εάν το φύλο επηρεάζει ήδη από τα πρώτα στάδια τον εγκέφαλο, οργανώθηκε μια μεγάλη διεθνής μελέτη,που δημοσιεύθηκε πρόσφατα στο έγκριτο περιοδικό Nature Communications,με 888 συμμετέχοντες — 408 ασθενείς με επιβεβαιωμένη εκδραμάτιση ονείρων μέσω πολυυπνογραφίας και 480 υγιείς συνομήλικους μάρτυρες, προερχόμενους από εννέα κέντρα σε Ευρώπη, Βόρεια Αμερική και Αυστραλία.
Όλοι υποβλήθηκαν σε μαγνητική τομογραφία εγκεφάλου υψηλής ανάλυσης, ενώ τα δεδομένα αναλύθηκαν με τεχνικές που επιτρέπουν λεπτομερή χαρτογράφηση της δομικής ατροφίας.Η Καθηγήτρια Θεραπευτικής – Επιδημιολογίας - Προληπτικής Ιατρικής, Παθολόγος (Θεραπευτική Κλινική Ιατρικής Σχολής ΕΚΠΑ, Νοσοκομείο Αλεξάνδρα) Θεοδώρα Ψαλτοπούλου και η Αλεξάνδρα Σταυροπούλου (Βιολόγος), συνοψίζουν τα σημαντικότερα σημεία της μελέτης.
Μεγαλύτερη επιβάρυνση στους άνδρες
Παρά το ότι άνδρες και γυναίκες ασθενείς είχαν παρόμοια ηλικία, γνωστικά χαρακτηριστικά και συμπτωματολογία, οι άνδρες εμφάνιζαν σημαντικά μεγαλύτερη απώλεια εγκεφαλικού φλοιού. Η ατροφία στον ανδρικό πληθυσμό ήταν περισσότερο εκτεταμένη και με μεγαλύτερη βαρύτητα σε σχέση με τις γυναίκες, ενώ στις υγιείς ομάδες δεν παρατηρήθηκαν ουσιαστικές διαφορές μεταξύ των δύο φύλων.
Στο αριστερό ημισφαίριο, οι άνδρες εμφάνισαν σημαντική ατροφία στο 38% του εγκεφαλικού φλοιού · στις γυναίκες το αντίστοιχο ποσοστό ήταν μόλις 11%. Στο δεξί ημισφαίριο, τα ποσοστά ήταν 60% έναντι 17%. Όταν εφαρμόστηκε αυστηρή διόρθωση σφαλμάτων, αναδείχθηκε κάτι ακόμη πιο εντυπωσιακό: σχεδόν καμία περιοχή στις γυναίκες δεν παρέμενε ατροφική (μόλις 1%), ενώ στους άνδρες διατηρούσε τον χαρακτηρισμό της πάνω από τις μισές εξεταζόμενες περιοχές (53%).
Οι περισσότερο επηρεασμένες ζώνες περιλάμβαναν περιοχές του αισθητικοκινητικού συστήματος και του ινιακού λοβού, όπως γίνετε και στις εκφυλιστικές φάσεις των νόσων Πάρκινσον και Lewy. Το εύρημα αυτό υποστηρίζει την άποψη ότι η εκδραμάτιση ονείρων αποτελεί πραγματικά πρόδρομη μορφή αυτών των εξελίξεων και όχι απλή διαταραχή ύπνου.
Στην μέλετη αυτή χρησιμοποίησαν επίσης δεδομένα έκφρασης γονιδίων από υγιείς δότες εγκεφαλικού ιστού για να εξετάσουν τις μοριακές «υπογραφές» των περιοχών που αντιστέκονται στην ατροφία. Σε αυτές τις ανθεκτικές περιοχές των γυναικών, αναδείχθηκε υπερέκφραση γονιδίων που σχετίζονται με τους οιστρογονικούς υποδοχείς, κυρίως των ESRRG και ESRRA.Οι υποδοχείς αυτοί συνδέονται με την ενεργειακή λειτουργία των νευρώνων και τη μιτοχονδριακή υγεία, στοιχεία καίρια για την αντοχή των εγκεφαλικών κυττάρων στις τοξικές διεργασίες των συνουκλεϊνοπαθειών.
Με ιδιαίτερη σημασία αναδείχθηκε το ESRRG, το οποίο παρουσιάζει πολύ υψηλότερη έκφραση στον εγκέφαλο σε σχέση με άλλα όργανα· ένα χαρακτηριστικό που του αποδίδει πιθανό εξειδικευμένο ρόλο στη νευροπροστασία. Η παρουσία του σε περιοχές που εμφανίζουν μικρότερη φλοιϊκή απώλεια στις γυναίκες ενισχύει την υπόθεση ότι μοριακοί παράγοντες συνδεδεμένοι με τις ορμόνες — ακόμη και πέρα από την κλασική δράση των οιστρογόνων — επηρεάζουν την εξελικτική πορεία της εκδραμάτησης ονείρων.
Γονίδια όσφρησης
Παράλληλα, εντοπίστηκε συμμετοχή γονιδίων συνδεδεμένων με τους οσφρητικούς υποδοχείς, κάτι που μπορεί να σχετίζεται με τις διαφορές στην όσφρηση μεταξύ φύλων. Η μειωμένη όσφρηση αποτελεί συχνό και πρώιμο σύμπτωμα στις συνουκλεϊνοπάθειες, ενώ οι γυναίκες γενικά εμφανίζουν καλύτερη οσφρητική λειτουργία· στη συγκεκριμένη μελέτη παρατηρήθηκε τάση για ανώτερη επίδοση των γυναικών, όχι όμως σε στατιστικά σημαντικό βαθμό, πιθανώς λόγω του μικρότερου δείγματος.
Η μεγάλη ανισότητα φύλου στους ασθενείς εγείρει προβληματισμούς και για κοινωνικούς παράγοντες. Διαφορές στη συμπεριφορά στον ύπνο μπορεί να γίνονται λιγότερο αντιληπτές στις γυναίκες, ενώ διαφορετικοί κοινωνικοί ρόλοι και περιβάλλον ύπνου ίσως περιορίζουν τη διάγνωση, χωρίς ωστόσο να αναιρείται η ένδειξη βιολογικής προστασίας που αναδείχθηκε από τη μελέτη.
Συνολικά, τα δεδομένα καταδεικνύουν ότι το φύλο διαμορφώνει την έκταση της νευροεκφύλισης ήδη πριν την εκδήλωση κλινικών συνδρόμων. Η θηλυκή νευροβιολογία φαίνεται να προσφέρει ένα πλεονέκτημα στη φάση που οι περισσότερες θεραπευτικές παρεμβάσεις θα μπορούσαν να αποτρέψουν ή να επιβραδύνουν ολέθριες εξελίξεις. Η ενσωμάτωση του φύλου ως βιολογικής μεταβλητής προτείνεται ως αναγκαία σε μελλοντικές κλινικές δοκιμές, τόσο για την επιλογή συμμετεχόντων όσο και για τη στατιστική αξιολόγηση αποτελεσμάτων, ιδίως όταν χρησιμοποιούνται απεικονιστικοί βιοδείκτες, δεδομένου ότι οι φυσιολογικές τιμές και τροχιές ατροφίας διαφέρουν μεταξύ ανδρών και γυναικών.
Η εικόνα που προκύπτει είναι ότι η iRBD αποτελεί μια μοναδική ευκαιρία για κατανόηση των πρώτων σταδίων της νευροεκφύλισης, ενώ οι γυναίκες ίσως παρέχουν ένα «κλειδί» για την επιβράδυνση τέτοιων διαδικασιών. Η διερεύνηση των οιστρογονικών οδών και των σχετικών γονιδίων όπως το ESRRG εγείρει την προοπτική στοχευμένων θεραπειών, σε ένα χρονικό παράθυρο όπου η παρέμβαση μπορεί να αλλάξει την πορεία της νόσου πριν ακόμη εμφανιστούν τα συμπτώματα.





