Οι καρδιακές προσβολές μπορεί να μην προκαλούνται μόνο από υψηλή χοληστερόλη, κακή διατροφή και άγχος, αλλά και από κοινές ιογενείς λοιμώξεις, σύμφωνα με τα αποτελέσματα νέας πρωτοποριακής έρευνας.
Η καρδιακή προσβολή, γνωστή στην ιατρική ως έμφραγμα του μυοκαρδίου, είναι μια σοβαρή ιατρική κατάσταση έκτακτης ανάγκης, κατά την οποία η παροχή αίματος στην καρδιά περιορίζεται ξαφνικά, συνήθως λόγω θρόμβου.
Οι καρδιαγγειακές παθήσεις είναι η κύρια αιτία θανάτου παγκοσμίως, με περίπου 17,9 εκατομμύρια θανάτους κάθε χρόνο. Από καιρό θεωρείται ότι η στεφανιαία νόσος, καθώς και μια σειρά από τροποποιήσιμους παράγοντες του τρόπου ζωής, όπως το κάπνισμα, αυξάνουν τον κίνδυνο καρδιακής προσβολής.
Ωστόσο, τώρα οι ερευνητές υποστηρίζουν ότι η καρδιακή προσβολή μπορεί να προκληθεί από ιογενή λοίμωξη, τόσο συχνή όσο η γρίπη ή οι λοιμώξεις του ουροποιητικού συστήματος (UTI).
Στη μελέτη, οι επιστήμονες διαπίστωσαν ότι στην στεφανιαία νόσο —που προκαλείται από τη συσσώρευση λιπαρών ουσιών στις αρτηρίες που εμποδίζουν την παροχή αίματος στην καρδιά— η χοληστερόλη μπορεί να φιλοξενεί και να προστατεύει βακτήρια που μπορούν να παραμείνουν αδρανή στο σώμα για χρόνια.
Σύμφωνα με τους ερευνητές, από τη Φινλανδία και το Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης, τα βακτήρια σχηματίζουν ένα προστατευτικό βιοφίλμ για να προστατευθούν από το ανοσοποιητικό σύστημα του ασθενούς και τα αντιβιοτικά.
Όταν όμως ένας ασθενής αρρωστήσει, έχοντας προσβληθεί από ιογενή λοίμωξη, όπως ουρολοίμωξη, ο ιός μπορεί να ενεργοποιήσει το βιοφίλμ, πολλαπλασιάζοντας τα βακτήρια και προκαλώντας φλεγμονώδη αντίδραση. Τα υψηλά επίπεδα φλεγμονής μπορούν να προκαλέσουν ρήξη των αθηρωματικών πλακών στην καρδιά, με αποτέλεσμα την δημιουργία θρόμβων αίματος που μπορεί να αποβούν θανατηφόροι και τελικά καρδιακή προσβολή.
Αυτή η φλεγμονώδης αντίδραση, η οποία ενεργοποιεί την παραγωγή λευκών αιμοσφαιρίων για την αποτροπή της λοίμωξης, αυξάνει επίσης την κολλητικότητα των κυττάρων στο αίμα που ονομάζονται αιμοπετάλια, ενθαρρύνοντας το σχηματισμό θρόμβων αίματος.
Ο καθηγητής Pekka Karhunen, ειδικός στις βιολογικές επιστήμες στο Πανεπιστήμιο Tampere της Φινλανδίας και επικεφαλής της μελέτης, δήλωσε: «Η συμμετοχή των βακτηρίων στην στεφανιαία νόσο είναι από καιρό υποψία, αλλά δεν υπήρχαν άμεσες και πειστικές αποδείξεις.
Η μελέτη μας απέδειξε την παρουσία γενετικού υλικού — DNA — από διάφορα στοματικά βακτήρια μέσα σε αθηροσκληρωτικές πλάκες».
Η ερευνητική ομάδα ανέπτυξε επίσης ένα αντίσωμα για την ανίχνευση βιοϋμενικών δομών στον αρτηριακό ιστό, εξετάζοντας ασθενείς που είχαν πεθάνει από αιφνίδιο καρδιακό θάνατο, καθώς και ασθενείς που υποβάλλονταν σε θεραπεία για την απομάκρυνση της συσσώρευσης πλάκας.
Οι ερευνητές δήλωσαν ότι, αν και αυτό δεν σημαίνει ότι οι αποδεδειγμένοι παράγοντες κινδύνου πρέπει να παραμεριστούν, μπορεί να βοηθήσει στην προετοιμασία του εδάφους για την ανάπτυξη νέων διαγνωστικών στρατηγικών.
Πρόσθεσαν ότι τα ευρήματά τους θα μπορούσαν να προωθήσουν τη δυνατότητα πρόληψης της στεφανιαίας νόσου και ακόμη και της καρδιακής προσβολής μέσω εμβολιασμού κατά των κοινών ιογενών λοιμώξεων.