Αν είστε γονείς, πιθανότατα έχετε ακούσει για τη δημοφιλή τάση που είναι γνωστή ως gentle parenting ή αλλιώς ευγενής γονική μέριμνα ή ήπια γονική μέριμνα
Η προσέγγιση αυτή, που γίνεται όλο και πιο δημοφιλής στους γονείς της γενιάς των Millennials και της Γενιάς Z, ενθαρρύνει τους ενήλικες να μην υψώνουν ποτέ τη φωνή τους και να εξηγούν με ηρεμία στα παιδιά τους τις συνέπειες της συμπεριφοράς τους, αντί να θυμώνουν και να αρχίζουν τις φωνές.
Ωστόσο, νέα μελέτη έδειξε ότι τα παιδιά που υπόκεινται σε μια πιο «αυστηρή» ανατροφή έχουν καλύτερες επιδόσεις στο σχολείο μέχρι την ηλικία των 11 ετών.
Η ανάλυση σχεδόν 6.000 παιδιών από όλη την Αγγλία υποδηλώνει ότι τα «σαφή όρια» και η αυστηρότητα βοηθούν τα παιδιά να αναπτυχθούν καλύτερα.
«Ο καθορισμός αυστηρότερων ορίων από τους γονείς συσχετίστηκε με μεγαλύτερη πιθανότητα τα παιδιά να επιτύχουν το αναμενόμενο επίπεδο», αναφέρουν οι συγγραφείς της μελέτης.
Σύμφωνα με τους θιασώτες του gentle parenting, ο τρόπος ανατροφής χωρίς τιμωρίες εστιάζει στη βελτίωση της αυτογνωσίας του παιδιού και στην κατανόηση της συμπεριφοράς του.
Όχι φωνές, όχι επιδόσεις;
Αποφεύγει εντελώς τις φωνές και τη χρήση της λέξης «όχι», διατηρώντας παράλληλα την τρυφερότητα και την ενσυναίσθηση, με τον γονέα να προσπαθεί να συμπεριφέρεται ως φίλος του παιδιού.
«Η ιδέα είναι να είστε περισσότερο σαν προπονητής για το παιδί σας παρά σαν τιμωρός», δήλωσε η Δρ Karen Estrella, παιδίατρος στην Κλινική Cleveland στο Οχάιο, η οποία δεν συμμετείχε στη μελέτη.
Ωστόσο, ορισμένοι φοβούνται ότι η ήπια ανατροφή οδηγεί τα παιδιά να γίνουν κακομαθημένα και να θεωρούν ότι όλα τους ανήκουν, αυξάνοντας την πιθανότητα η συμπεριφορά τους να ξεφύγει από τον έλεγχο.
Εν τω μεταξύ, η πιο παραδοσιακή αυστηρή ανατροφή περιλαμβάνει «υψηλά επίπεδα ψυχολογικού ελέγχου και σαφέστερο καθορισμό ορίων από τους γονείς».
Αν και περιλαμβάνει επίσης εκδηλώσεις τρυφερότητας και ευαισθησίας, οι φωνές και άλλες μορφές θέσπισης ορίων δεν απαγορεύονται στην αυστηρή ανατροφή.
Η νέα μελέτη που πραγματοποιήθηκε από ερευνητές του Εθνικού Κέντρου Κοινωνικής Έρευνας, ενός εγγεγραμμένου φιλανθρωπικού ιδρύματος στο Λονδίνο, παρακολούθησε σχεδόν 6.000 παιδιά για περισσότερα από 10 χρόνια.
Περιλάμβανε συνεντεύξεις με οικογένειες, έρευνες με προσωπικό παιδικών σταθμών και δασκάλους, καθώς και τη σύνδεση των αποτελεσμάτων των ερευνών με δεδομένα σχετικά με το μορφωτικό επίπεδο.
Οι τρόποι ανατροφής των παιδιών και η πρόοδός τους καταγράφηκαν από την ηλικία των δύο ετών μέχρι το τέλος του δημοτικού σχολείου (6η τάξη, ηλικία 10-11 ετών).
Σύμφωνα με τα ευρήματα, τα παιδιά που είχαν αυστηρή ανατροφή είχαν περισσότερες πιθανότητες να φτάσουν στο αναμενόμενο επίπεδο στις εξετάσεις ανάγνωσης, γραφής και μαθηματικών στην 6η τάξη.
Η ύπαρξη ορίων που θέτουν οι γονείς συνδέθηκε επίσης με καλύτερες ακαδημαϊκές επιδόσεις για τα παιδιά ηλικίας 5-7 ετών.
Η αυστηρή ανατροφή ήταν επίσης καλύτερη από την «αυταρχική» ανατροφή, η οποία χαρακτηρίζεται από ακόμη μεγαλύτερη αυστηρότητα και πολύ λιγότερη ζεστασιά.
Αν και η μελέτη υποδηλώνει ότι to gentle parenting δεν προάγει τις ακαδημαϊκές επιδόσεις, δεν είναι σαφές γιατί ακριβώς συμβαίνει αυτό, αλλά μπορεί να οφείλεται στο γεγονός ότι τα παιδιά που δεν γνωρίζουν όρια είναι πιο επιρρεπή σε αταξίες που τα αποσπούν από τη μάθηση.
Οι υψηλότερες ακαδημαϊκές επιδόσεις μπορεί να συνεχιστούν και μετά την ηλικία των 11 ετών μετά από αυστηρή ανατροφή, αν και αυτό δεν εξετάστηκε στη μελέτη.