Στη μελέτη που δημοσιεύθηκε πρόσφατα στο περιοδικό «BMJ Medicine» αναλύθηκαν τα ιατρικά αρχεία για περισσότερα από 24.700 άτομα ηλικίας 10 έως 44 ετών που είχαν διαγνωστεί με διατροφική διαταραχή, συγκρίνοντάς τα με άλλα 493.000 άτομα που δεν είχαν διατροφικές διαταραχές. Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι εντός του πρώτου έτους από τη διάγνωσή τους, τα άτομα με διατροφικές διαταραχές είχαν έξι φορές περισσότερες πιθανότητες να εμφανίσουν νεφρική ανεπάρκεια, σχεδόν επτά φορές περισσότερες πιθανότητες να αναπτύξουν ηπατική νόσο, έξι φορές περισσότερες πιθανότητες να αναπτύξουν οστεοπόρωση, διπλάσιες πιθανότητες να υποφέρουν από καρδιακή ανεπάρκεια, τρεις φορές περισσότερες πιθανότητες να αναπτύξουν διαβήτη, επτά φορές περισσότερες πιθανότητες να εμφανίσουν κατάθλιψη, πάνω από εννέα φορές περισσότερες πιθανότητες να αυτοτραυματιστούν, 14 φορές περισσότερες πιθανότητες να κάνουν απόπειρα αυτοκτονίας.
Συνολικά, τα άτομα με διατροφικές διαταραχές είχαν περισσότερο από τετραπλάσιο κίνδυνο πρόωρου θανάτου από οποιαδήποτε αιτία και πενταπλάσιο κίνδυνο θανάτου από αφύσικες αιτίες, όπως η αυτοκτονία. Μερικοί από αυτούς τους κινδύνους παρέμειναν σημαντικά υψηλότεροι χρόνια μετά τη διάγνωση για διατροφικές διαταραχές. Για παράδειγμα, ο κίνδυνος νεφρικής και ηπατικής νόσου παρέμεινε δυόμιση έως τέσσερις φορές υψηλότερος, ενώ ο συνολικός κίνδυνος πρόωρου θανάτου παρέμεινε δύο έως τρεις φορές υψηλότερος μετά από πέντε χρόνια. Μια 10ετία μετά τη διάγνωση, τα άτομα με διατροφικές διαταραχές εξακολουθούσαν να πεθαίνουν σε υψηλότερα ποσοστά.
Για παράδειγμα, ο κίνδυνος αυτοκτονίας παρέμεινε σχεδόν τρεις φορές υψηλότερος μετά από 10 χρόνια. Είναι λοιπόν απαραίτητη η ευαισθητοποίηση των παρόχων υγειονομικής περίθαλψης σχετικά με τις διαρκείς επιπτώσεις των διατροφικών διαταραχών και την ανάγκη για συνεχή υποστήριξη στη διαχείριση των τρεχόντων συμπτωμάτων και την ανάρρωση.
Με πληροφορίες από HEALTHDAY.COM





