Υψηλά είναι τα ποσοστά αδιάγνωστων ασθενών με ηπατίτιδα Β ή C στη χώρα μας σύμφωνα με τη νέα έκθεση του Ευρωπαικού Κέντρου Ελέγχου και Πρόληψης των Ασθενειών (ECDC)
Μόλις ο ένας στους τρεις πάσχοντες από ηπατίτιδα Β και ο ένας στους δέκα με ηπατίτιδα C έχουν διαγνωσθεί, , η οποία καταγράφει και ελλιπή καταγραφή δεδομένων σε κάποιες χώρες.
Αυτές οι διαπιστώσεις είναι ανησυχητικές καθώς όπως επισημαίνεται, η έγκαιρη διάγνωση και θεραπεία είναι καίριας σημασίας καθώς αποτρέπουν την περαιτέρω εξάπλωση των ιών ενώ μπορούν να σώσουν τη ζωή και των ήδη πασχόντων.
Μόλις 11% διεγνωσμένο με ηπατίτιδα C στην Ελλάδα
Στην Ευρώπη, δύο τύποι ηπατίτιδας προσβάλλουν συνολικά πάνω από 5 εκατομμύρια ανθρώπους: με τον ιό HBV της ηπατίτιδας Β έχουν προσβληθεί τουλάχιστον 3,2 εκατομμύρια άνθρωποι ενώ με τον ιό HCV της ηπατίτιδας C τουλάχιστον 1,8 εκατομμύρια.
Στη χώρα μας καταγράφονται τουλάχιστον 200.000 ασθενείς , οι οποίοι έχουν ηπατίτιδα Β, σύμφωνα με το Παγκόσμιο Παρατηρητήριο Υγείας του ΠΟΥ. Άλλες 46.000 εκτιμάται ότι έχουν ηπατίτιδα C.
Εξ αυτών, μόλις το 33% έχουν διαγνωσθεί με τον ιό HBV της ηπατίτιδας Β, ενώ μόλις 11% όσων είναι φορείς του ιού HCV έχουν διαγνωστεί.
Αξίζει να σημειωθεί δε ότι στη χώρα μας όταν πια γίνεται η διάγνωση HBV, το 6.1% των πασχόντων έχει ήδη εκδηλώσει κίρρωση τελευταίου σταδίου και το 3,4% έχει ήδη καρκίνο του ήπατος τελευταίου σταδίου. Στους πάσχοντες με HCV , τα αντίστοιχα ποσοστά είναι 5%.
Τα αίτια της υποδιάγνωσης
Το ECDC διαπιστώνει ότι το ποσοστό των διαγνώσεων είναι χαμηλό σε όλη την Ευρώπη. Κύρια αιτία γι’ αυτό είναι το γεγονός ότι οι περισσότερες χώρες έχουν εντάξει στην εθνική πολιτική τους μόνον τον έλεγχο για τον ιό HIV/AIDS. Οι ηπατίτιδες και τα σεξουαλικώς μεταδιδόμενα νοσήματα έχουν ενσωματωθεί καθολικά μόνο στις 17 από τις 30 που καλύπτει η ΕΕ και ο Ευρωπαϊκός Οικονομικός Χώρος (ΕΕ/ΕΟΧΙ). Η Ελλάδα δεν ανήκει σε αυτές τις 17.
Χωρίς καθολικό έλεγχο, δεν μπορούν να εφαρμοσθούν ευρέως μέτρα προφύλαξης, όπως η χρήση προφυλακτικών, η συμβουλευτική και ο εμβολιασμός εναντίον της ηπατίτιδας Β, προσθέτει το ECDC.
Το ECDC συνιστά να προσφέρεται προληπτικός έλεγχος σε ομάδες του πληθυσμού με υψηλό κίνδυνο μολύνσεως. Σε αυτές ανήκουν, μεταξύ άλλων, οι άνδρες που κάνουν σεξ με άνδρες, οι χρήστες ενδοφλεβίων ναρκωτικών, οι μετανάστες και οι εργαζόμενοι στη βιομηχανία του σεξ. Επιπλέον, τα διεμφυλικά άτομα, καθώς και οι φυλακισμένοι.





