Ήδη πολλές μελέτες έχουν αποδείξει την σύνδεση ανάμεσα στον διαβήτη τύπου 2 με συγκεκριμένους παράγοντες του τρόπου ζωής, όπως η αυξημένη κατανάλωση υπερεπεξεργασμένων τροφών, η περιορισμένη φυσική δραστηριότητα, η παχυσαρκία, η έλλειψη ύπνου, η υπερβολική κατανάλωση αλκοόλ και το κάπνισμα.
Τώρα, μια νέα μελέτη που παρουσιάστηκε στην ετήσια συνάντηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τη Μελέτη του Διαβήτη (EASD) επιβεβαιώνει εκ νέου το κάπνισμα ως σημαντικό παράγοντα κινδύνου για ανάπτυξη διαβήτη τύπου 2, αναφέροντας χαρακτηριστικά ότι επηρεάζει εξίσου και τους τέσσερις υποτύπους της νόσου.
Ποιοι είναι οι διαφορετικοί υποτύποι διαβήτη;
Οι ερευνητές ανέλυσαν ιατρικά δεδομένα περισσοτέρων των 3.300 πασχόντων με διαβήτη τύπου 2 , χρησιμοποιώντας αντίστοιχα σχεδόν 4.000 άτομα στην ομάδα ελέγχου. Οι συμμετέχοντες με νόσο, χωρίστηκαν σε τέσσερις διαφορετικούς υποτύπους:
- Ήπιος διαβήτης που σχετίζεται με την ηλικία (MARD)
- Ήπιος διαβήτης που σχετίζεται με την παχυσαρκία (MOD)
- Σοβαρός διαβήτης με ανεπάρκεια ινσουλίνης (SIDD)
- Σοβαρός διαβήτης ανθεκτικός στην ινσουλίνη (SIRD)
Οι επιστήμονες εξέτασαν επίσης τις καπνικές συνήθειες των συμμετεχόντων διαχωρίζοντας τους σε τωρινούς, πρώην και μη καπνιστές.
«Θέλαμε να μάθουμε αν το κάπνισμα παίζει τον ίδιο ρόλο σε όλους τους υποτύπους ή αν ορισμένες ομάδες είναι πιο ευάλωτες από άλλες», τονίζει η Emmy Keysendal, διδακτορική φοιτήτρια στο Ινστιτούτο Περιβαλλοντικής Ιατρικής του Ινστιτούτου Karolinska της Σουηδίας και μέλος της ερευνητικής ομάδας.
«Ήταν σημαντικό επειδή οι διαφορετικοί υποτύποι μπορεί να έχουν διαφορετικούς υποκείμενους μηχανισμούς νόσου και η εκμάθηση του τρόπου με τον οποίο το κάπνισμα συνδέεται με υποτύπους που διαφέρουν ως προς τα χαρακτηριστικά τους, μπορεί να μας βοηθήσει να κατανοήσουμε τη βιολογία του διαβήτη. Μπορεί επίσης να βοηθήσει στην ανάπτυξη πιο προσαρμοσμένων στρατηγικών πρόληψης», προσθέτει.
Πώς επηρεάζει το κάπνισμα τον κίνδυνο για διαβήτη τύπου 2
Ολοκληρώνοντας την μελέτη, οι ερευνητές είχαν στην διάθεση τους στοιχεία που αποδείκνυαν ότι ο κίνδυνος εμφάνισης διαβήτη τύπου 2 είναι αυξημένος τόσο για τωρινούς καπνιστές όσο και για εκείνους που κάπνιζαν στο παρελθόν.
«Αυτό το εύρημα δείχνει ότι το κάπνισμα αυξάνει τον κίνδυνο όλων των μορφών διαβήτη τύπου 2 και η αποφυγή του είναι πιθανώς ωφέλιμη για όλους, όσον αφορά στην πρόληψη», εξηγεί η Keysendal. «Η ιδιαίτερα ισχυρή σύνδεση που είδαμε με τον υποτύπο SIRD (σοβαρός διαβήτης ανθεκτικός στην ινσουλίνη) υποδηλώνει ότι το κάπνισμα βλάπτει σημαντικά την ικανότητα του σώματος να ανταποκρίνεται στην ορμόνη αυτή, καθώς η αντίσταση στην ινσουλίνη είναι το καθοριστικό χαρακτηριστικό αυτού του υποτύπου».
Οι πιθανότητες είναι ακόμα δυσμενέστερες για τους πιο φανατικούς καπνιστές που προσεγγίζουν τα 20 τσιγάρα την ημέρα για τουλάχιστον 15 χρόνια.
Τι γίνεται με τα υπόλοιπα καπνικά προϊόντα;
Επιπλέον, οι ερευνητές εξέτασαν πώς η χρήση προϊόντων καπνού χωρίς καύση -όπως το γνωστό snus- μπορεί να επηρεάσει τον κίνδυνο διαβήτη τύπου 2. Όπως διαπίστωσαν, οι συμμετέχοντες στη μελέτη που χρησιμοποιούσαν ανάλογα προϊόντα, είχαν επίσης αυξημένες πιθανότητες να αναπτύξουν υποτύπους της νόσου.
«Σε αντίθεση με τα τσιγάρα, το snus δεν καίγεται και γενικά περιέχει λιγότερες επιβλαβείς ουσίες, αλλά και τα δύο προϊόντα παρέχουν νικοτίνη», επισημαίνει η Keysendal. «Τα ευρήματά μας υποδηλώνουν ότι, όπως και το κάπνισμα, το snus αυξάνει τον κίνδυνο διαβήτη τύπου 2, γεγονός που υποδεικνύει τη νικοτίνη ως πιθανό παράγοντα κινδύνου, ιδιαίτερα μέσω των επιπτώσεών της στην αντίσταση στην ινσουλίνη. Αυτό είναι ένα σημαντικό εύρημα λαμβάνοντας υπόψη την αύξηση της χρήσης προϊόντων όπως τα ηλεκτρονικά τσιγάρα και τα φακελάκια νικοτίνης που διατίθενται στο εμπόριο ως μη καπνικά και δυνητικά λιγότερο επιβλαβή, που ωστόσο περιέχουν επίσης υψηλές δόσεις νικοτίνης», καταλήγει η επικεφαλής της έρευνας.
Καταρρίπτοντας έναν παλιό μύθο
Αρκετοί επιστήμονες, περιμένουν περαιτέρω έρευνα στο συγκεκριμένο πεδίο, προσδοκώντας να αποδειχθεί αν τα ευρήματα της μελέτης αφορούν απλώς σε συσχέτιση ή σχέση αιτίας-αποτελέσματος.
«Όπου υπάρχουν πολλές ανεξέλεγκτες μεταβλητές, δεν γνωρίζουμε αν η διατροφή ή το επίπεδο άσκησης ή ο έλεγχος του βάρους μπορεί επίσης να έχουν αντίκτυπο σε αυτούς τους ανθρώπους», υποστηρίζει ο οικογενειακός γιατρός David Cutler, MD.
Προσθέτει πάντως ότι μελέτες σαν αυτή συνεισφέρουν στην κατάρριψη ενός δημοφιλούς για χρόνια αστικού μύθου που ήθελε το κάπνισμα να βοηθά στον έλεγχο της όρεξης και του βάρους άρα και στην μείωση του κινδύνου για διαβήτη τύπου 2.
«Αυτό σαφώς δεν είναι αλήθεια», λέει εμφατικά. «Αλλά πολλοί άνθρωποι το πιστεύουν και νομίζω ότι αυτή η συγκεκριμένη μελέτη βοηθά στην κατάρριψη αυτού του μύθου».
Κατά τον Cutler, τα επόμενα βήματα της έρευνας θα πρέπει να επικεντρωθούν στην ενδελεχή διερεύνηση όλων των αιτιών που οδηγούν σε εκδήλωση της νόσου και αλληλεπιδρούν, συμπεριλαμβανομένων και των γενετικών παραγόντων, ώστε οι γιατροί να μπορούν να αναγνωρίσουν εγκαίρως όσους διατρέχουν υψηλό κίνδυνο και να τους παρέχουν κατευθύνσεις για την ανάγκη αλλαγής των συνήθειων τους στη διατροφή και τη φυσική δραστηριότητα, οι οποίες μπορούν να επηρεάσουν την πιθανότητα εμφάνισης ή και επιδείνωσης του διαβήτη τους.
Πηγή: Medicalnewstoday