Σύμφωνα με την επιδημιολογική έκθεση του ΕΟΔΥ για το 2024, οι νέες διαγνώσεις HIV στην Ελλάδα παρουσίασαν μείωση 4% σε σύγκριση με το 2023. Καταγράφηκαν 650 νέα περιστατικά, με το 78,2% των διαγνώσεων να αφορούν άνδρες, κυρίως στην ηλικιακή ομάδα 30–39 ετών.
Η σεξουαλική επαφή μεταξύ ανδρών παραμένει η κύρια οδός μετάδοσης (30,9%), ενώ σημαντική αύξηση σημειώθηκε στη χρήση ενδοφλέβιων ναρκωτικών ως τρόπος μετάδοσης, που ανήλθε σε 15%, αυξημένο κατά 51% σε σχέση με το 2022. Ωστόσο, στο 37,1% των κρουσμάτων δεν καταγράφηκε τρόπος μετάδοσης, γεγονός που δυσχεραίνει την κατανόηση της επιδημιολογικής εικόνας.
Επιπλέον, το 40% των νέων περιστατικών αφορούν αλλοδαπούς, στοιχείο που υπογραμμίζει τις κοινωνικές και διαπολιτισμικές προκλήσεις στην πρόσβαση στην υγεία. Το 57,1% των διαγνώσεων αφορά άτομα ελληνικής εθνικότητας, το 38,4% άτομα από άλλες χώρες, ενώ στο 4,5% δεν καταγράφηκε εθνικότητα.
Ανησυχητικό παραμένει το ποσοστό της καθυστερημένης διάγνωσης: περισσότεροι από 1 στους 2 (53,7%) διαγνώστηκαν σε προχωρημένο στάδιο με επίπεδα CD4 κάτω από 350 κύτταρα/mm³, γεγονός που συνεπάγεται αυξημένο κίνδυνο επιπλοκών και μεγαλύτερη διασπορά του ιού από άτομα που αγνοούν την κατάστασή τους. Η καθυστερημένη διάγνωση είναι συχνότερη σε άτομα άνω των 50 ετών (64,4%), ετεροφυλόφιλους (61,4%) και χρήστες ενδοφλέβιων ουσιών (60%).
Το 2024 καταγράφηκαν επίσης δύο περιστατικά κάθετης μετάδοσης HIV (ηλικίες 15 και 22 ετών), που είχαν μολυνθεί κατά τη γέννησή τους στο εξωτερικό. Επιπλέον, διαγνώστηκαν 47 περιστατικά προχωρημένου AIDS (76,6% άνδρες, 23,4% γυναίκες), εκ των οποίων το 78,7% είχαν ήδη εκδηλώσει AIDS κατά τη διάγνωση ή εντός τριών μηνών από αυτήν.
Σημειώνεται, τέλος, πως εξακολουθεί να παρατηρείται χαμηλή πληρότητα στην καταγραφή κρίσιμων επιδημιολογικών στοιχείων, όπως οι τιμές CD4 κατά τη διάγνωση και ο πιθανός τρόπος μόλυνσης — ένα σοβαρό εμπόδιο για την αποτελεσματική επιτήρηση της νόσου.