Τα ευρήματα πρόσφατης μελέτης απέδειξαν ότι η συνεκτίμηση του Δείκτη Μάζας Σώματος και των εκατοστών της περιφέρειας της μέσης γυναικών μετά την εμμηνόπαυση, βελτιώνει σημαντικά την δυνατότητα πρόβλεψης του κινδύνου θνησιμότητας όταν συντρέχει και παχυσαρκία.
Ενώ η παχυσαρκία παραμένει μια πιεστική απειλή για τη δημόσια υγεία, η πρόληψη και η θεραπεία δυσχεραίνονται από τα όρια του Δείκτη Μάζας Σώματος (ΔΜΣ) που κυρίως χρησιμοποιείται ώστε να κατηγοριοποιηθεί η νόσος, σύμφωνα με τους συγγραφείς της συγκεκριμένης μελέτης.
«Η μέτρηση της περιφέρειας της μέσης είναι μια απλή, φθηνή μέθοδος για την αξιολόγηση της σπλαχνικής παχυσαρκίας», εξηγεί ο Aaron K. Aragaki, MS, ερευνητής στο Κέντρο Καρκίνου Fred Hutchinson. Το πρόβλημα, κατά τον Aragaki, είναι ότι η συγκεκριμένη μέτρηση δεν διενεργείται συχνά σε κλινικό περιβάλλον.
Σύμφωνα εξάλλου με τους ερευνητές, τα τρέχοντα συνιστώμενα όρια για την περιφέρεια της μέσης δεν μπορούν να λειτουργήσουν συνεπικουρικά στον Δείκτη Μάζας Σώματος ώστε να αξιολογηθεί εμπεριστατωμένα η κατάσταση του ασθενούς καθώς οι περισσότεροι ενήλικες όταν διαγιγνώσκονται με παχυσαρκία έχουν ήδη ξεπεράσει τα υφιστάμενα όρια.
Για την ακριβέστερη διαστρωμάτωση του κινδύνου, πρόσφατα έγιναν νέες συστάσεις για τα όρια περιφέρειας μέσης ειδικά σε συναρτηση με τον ΔΜΣ, από τη Διεθνή Εταιρεία Αθηροσκλήρωσης (IAS) και την Ομάδα Εργασίας για τον Καρδιομεταβολικό Κίνδυνο (ICCR).
Σύμφωνα με τις προτάσεις τους, τα όρια στις γυναίκες με ΔΜΣ 18,5 έως 25 πρέπει να είναι 80 cm ή περισσότερο, για υπέρβαρες με ΔΜΣ 25 έως 30 στα 90 cm ή περισσότερο, σε περιπτώσεις παχυσαρκίας τύπου 1 με ΔΜΣ 30 έως 35 στα 105 cm ή περισσότερο, και στα 115 cm για ασθενείς με παχυσαρκία τύπου 2 και 3 και ΔΜΣ 35 ή ≥ 40, αντίστοιχα.
Τα ευρήματα της μελέτης
Για τις ανάγκες της έρευνας, ο Aragaki και οι συνεργάτες του εξέτασαν δεδομένα θνησιμότητας από κάθε αίτιο, 139.213 γυναικών ηλικίας 50 έως 79 ετών.
Χρησιμοποιώντας την κατηγοριοποίηση του ΔΜΣ με βάση τα όρια περιφέρειας μέσης, κατέληξαν ότι ο κίνδυνος ήταν σταθερά σοβαρότερος για εκείνες τις γυναίκες που ο μεγάλος ΔΜΣ συνδυαζόταν και με μεγαλύτερη περιφέρεια.
«Ο συνδυασμός των αξιολογήσεων επιτρέπει την πιο εξατομικευμένη λήψη αποφάσεων», τονίζουν ο Aragaki και οι συνάδελφοί του. «Οι ασθενείς με μεγάλη περιφέρεια μέσης σε οποιαδήποτε κατηγορία ΔΜΣ, διατρέχουν αυξημένο καρδιομεταβολικό κίνδυνο και κίνδυνο θνησιμότητας και μπορεί να επωφεληθούν από πιο επιθετικές παρεμβάσεις από εκείνες με παρόμοιο μεν ΔΜΣ αλλά χαμηλότερη περιφέρεια μέσης.
Αντίθετα, οι ασθενείς με φυσιολογική περιφέρεια μέσης μπορεί να χρειάζονται λιγότερο επιθετική φροντίδα», καταλήγει.
Δεν αρκεί μόνο ο Δείκτης Μάζας Σώματος
«Ο ΔΜΣ είναι ένα ελαττωματικό κριτήριο για τη διάγνωση της παχυσαρκίας καθώς αντικατοπτρίζει τη συνολική σωματική μάζα αλλά δεν κάνει διάκριση μεταξύ λίπους και άλιπης μάζας ή πού κατανέμεται το λίπος», λέει χαρακτηριστικά η Reema Hamid Dbouk, επίκουρη καθηγήτρια ιατρικής παχυσαρκίας στην Ιατρική Σχολή Emory.
«Η περιφέρεια μέσης είναι ένα υποκατάστατο του σπλαχνικού λίπους, το οποίο είναι πιο ενεργό μεταβολικά και συνδέεται με τον καρδιομεταβολικό κίνδυνο και τη θνησιμότητα» προσθέτει.
Η μέτρηση της περιφέρειας μέσης είναι φθηνή, γρήγορη και απαιτεί ελάχιστη εκπαίδευση. Στα πλεονεκτήματα της συμπεριλαμβάνεται επίσης ότι αποτελεί μια “εξέταση” που σπάνια προκαλεί αμηχανία ή δυσφορία στους ασθενείς.
Κατά τους ειδικούς, η ενσωμάτωση της στην διαγνωστική ρουτίνα της παχυσαρκίας, θα προσφέρει σημαντικά οφέλη.